Το πλαίσιο, οι Επιτροπές, τα γεγονότα – μια αποτίμηση
γράφουν
Πόπη Γανιάρη
Τάσος Κατιντσάρος
Πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες στους φαντάρους –
Διεκδίκηση από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ
Οι Επιτροπές Στρατιωτών – Ναυτών – Σμηνιτών, δηλαδή οι αγωνιστικές συλλογικότητες φαντάρων μέσα στα στρατόπεδα, εμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Έσπασαν τη σιωπή για το στρατό, πίεσαν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά, απέσπασαν κατακτήσεις κι άφησαν παρακαταθήκες, παρά τις αντιφάσεις τους.
Θυμίζουμε ότι τον Οκτώβρη του ’81 το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές και σχηματίζει κυβέρνηση μετά από 7 χρόνια δικτατορίας συν 7 χρόνια Δεξιάς. Ο στρατός στις αρχές του ’80, διατηρεί τα χαρακτηριστικά ενός στρατού που δομήθηκε μέσα στον εμφύλιο, από το ΝΑΤΟ, και επέβαλε 7χρονη δικτατορία στη χώρα. Βασικό του δόγμα είναι ο αντικομμουνισμός και ο από βορρά κίνδυνος. Οι φαντάροι πάνε στο στρατό φακελωμένοι, υφίστανται διακρίσεις με βάση το φρόνημα και συνεχίζουν να φακελώνονται στη διάρκεια της θητείας τους. Λειτουργούν στην ουσία τάγματα ανεπιθυμήτων. Σημαντικό μέρος του παιδευτικού ρόλου του στρατού είναι η σωβινιστική και αντικομμουνιστική προπαγάνδα. Όμως δεν εξαντλείται εκεί. Η θητεία είναι υποχρεωτική (δεν αναγνωρίζονται αντιρρησίες συνείδησης κλπ.) και έχει διάρκεια 22-24-26 μήνες. Στη διάρκειά της, οι νέοι είναι εντελώς αποκομμένοι από το παρελθόν και το κοινωνικό και πολιτικό τους περιβάλλον, με ελάχιστες άδειες και εξόδους, στο έλεος της αυθαιρεσίας του κάθε καραβανά. Κούρεμα, στολή μέσα και έξω απ’ το στρατόπεδο, απαγόρευση εφημερίδων και έκφρασης γνώμης. Στρατοδικεία, πειθαρχικές ποινές με παράταση της θητείας, ο φασιστικός εσωτερικός κανονισμός 20-1, αυθαιρεσία, ατομικά και συλλογικά καψόνια, εξευτελισμοί, ύβρεις και απειλές, σε συνδυασμό με την απομόνωση, συνθέτουν το πλαίσιο της συντριβής της προσωπικότητας, της υποταγής και της πειθάρχησης για τον σημερινό νέο και αυριανό εργαζόμενο.
Ένα μήνα μετά τις εκλογές του ’81, στο γιορτασμό του Πολυτεχνείου, 6 φαντάροι με στολή και καλυμμένα πρόσωπα συμμετέχουν στη διαδήλωση με πανό: «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ στους ΦΑΝΤΑΡΟΥΣ», στο μπλοκ της Επαναστατικής Αριστεράς. Εμφάνιση που επαναλαμβάνεται στην πορεία της Πρωτομαγιάς του ’82, με 13 πλέον στρατευμένους.
Μετά από αυτές τις κεντρικές εμφανίσεις, εμφανίζονται Επιτροπές Στρατιωτών σε όλη τη χώρα, οι οποίες αρχίζουν και κάνουν καταγγελίες, δημοσιεύουν προκηρύξεις, επεξεργάζονται θέσεις για ένα κίνημα μέσα και έξω από το στρατό.
Όταν τον Αύγουστο του ’82 πραγματοποιείται η 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των Επιτροπών Στρατιωτών-Ναυτών-Σμηνιτών μετράμε ήδη δεκάδες επιτροπές μέσα στα στρατόπεδα και στα τρία όπλα και σε καράβια. Παράλληλα δημιουργούνται επιτροπές πολιτών για το στρατό σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, οργανώνονται εκδηλώσεις και καμπάνιες, ενώ αναπτύσσεται σε πανελλαδικό επίπεδο, σχεδόν σε κάθε πόλη και στα νησιά του Αιγαίου, ένα δίκτυο πολιτών που στηρίζει τη δράση και διευκολύνει την επαφή των φαντάρων στα στρατόπεδα.
Η 1η Συνδιάσκεψη ορίζει το στίγμα του κινήματος: «…αγωνιζόμαστε συσπειρωμένοι σε επιτροπές στις μονάδες που υπηρετούμε…». Απαντά στις αιτιάσεις της κυβέρνησης και της στρατοκρατίας. Αποτυπώνει τα αιτήματα στους άξονες συνθήκες ζωής, μείωση θητείας στους 12 μήνες, πειθαρχεία, ποινές, στρατοδικεία, 20-1, ιδεολογική πλύση εγκεφάλου, πολιτικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, αγώνας για να πάψει ο στρατός να είναι μια μόνιμη απειλή για τις λαϊκές ελευθερίες. Θέτει τον κεντρικό στόχο για την περίοδο: «ΝΑ ΠΕΣΟΥΝ ΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟΤΟΥΣ ΣΤΡΑΤΩΝΕΣ»
Στην πορεία του Πολυτεχνείου του ‘82 συμμετέχουν δεκάδες φαντάροι και των τριών όπλων, με τα πανό των επιτροπών τους και ισχυρή περιφρούρηση από χιλιάδες πολίτες διαδηλωτές. Συλλαμβάνονται δύο μετά το τέλος και μακριά απ’ την πορεία. Ακολουθούν εξαιρετικά μαζικές διαδηλώσεις σε Αθήνα, Πάτρα, Θεσσαλονίκη. Η κυβέρνηση, παρά τις αρχικές της προθέσεις, αναγκάζεται να αναδιπλωθεί. Τιμωρούνται μόνο με 15 μέρες φυλάκιση για αντιποίηση αρχής (οι διοικητές τους βέβαια στα στρατόπεδα φροντίζουν να το αυξήσουν στους 2 μήνες, με ποινές για άσχετα θέματα).
Ακολουθεί όμως ένα μπαράζ από προβοκατόρικες επιθέσεις ενάντια στις Επιτροπές Στρατιωτών και την Επιτροπή για το Στρατό, ενορχηστρωμένες από την κυβέρνηση (ΠΑΣΟΚ), τη ΝΔ και τον αστικό Τύπο. Επιχειρείται η πολιτική περιθωριοποίηση του κινήματος, με προσπάθειες εμπλοκής του με υποθέσεις όπως η «άσκηση ετοιμότητας» που συνοδεύτηκε από φήμες για πραξικόπημα στα τέλη Φλεβάρη του ’83, με τη δολοφονία του εκδότη της “Βραδυνής” Αθανασιάδη (για την οποία εμφανίστηκε πλαστή προκήρυξη μιας οργάνωσης «Αντιστρατιωτική Πάλη»), κλοπή όπλων και έκρηξη στη Χίο, βόμβες στο Διδυμότειχο κλπ. Έρευνες σε σπίτια, ανακρίσεις, κλίμα τρομολαγνείας στον Τύπο. Έρευνες, απειλές, φυλακές για ασήμαντο λόγο, μεταθέσεις στα στρατόπεδα κλπ. Η ΝΔ με επερώτηση προκαλεί συζήτηση στη βουλή για τις Επιτροπές Στρατιωτών και ο τότε υπουργός Άμυνας Δροσογιάννης (για τον οποίο σήμερα αποκαλύπτεται ότι ήταν ενεργό μέλος του Δικτύου της Νατοϊκής “Κόκκινης Προβιάς”) καθησυχάζει ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει στο στράτευμα.
Η 2η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των Επιτροπών Στρατιωτών-Ναυτών-Σμηνιτών, τον Ιούλιο του ’83, απαντά στην τελευταία αποστροφή του Δροσογιάννη: «τίποτα δεν άλλαξε, παρά τις εξαγγελίες σας, μοναδική αλλαγή είναι ότι ΟΙ ΦΑΝΤΑΡΟΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ». Η συνδιάσκεψη εκτιμά ότι ο στόχος «να πέσουν τα τείχη της σιωπής» έχει εκπληρωθεί, το ζήτημα του στρατού και της θητείας έχει μπει στην ημερήσια διάταξη στο δημόσιο διάλογο.
Σ’ όλη αυτή την περίοδο ξετυλίγονται μια σειρά καμπάνιες και παρεμβάσεις για τις πειθαρχικές ποινές, το αυτο-φακέλωμα με το περίφημο «αυτοβιογραφικό», τη χρησιμοποίηση των φαντάρων σαν απεργοσπαστικού μηχανισμού, τους όρους εργασίας μέσα στα ίδια τα στρατόπεδα, τα ατυχήματα, τις αυτοκτονίες, τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για στράτευση στα 18, για στράτευση των γυναικών, για τμηματική στράτευση σπουδαστών στη διάρκεια των θερινών διακοπών, το νέο αμυντικό δόγμα και τον προς ανατολάς εθνικισμό, την αναβάπτιση της στρατοκρατίας με την “αγορά του αιώνα”, αλλά και τα δικαιώματα άρνησης στράτευσης και τα ζητήματα που έθεταν οι ανυπότακτοι του εξωτερικού.
Ένα από τα κεντρικά σημεία καταγγελίας του κινήματος για το στρατό ήταν οι αυτοκτονίες φαντάρων, που συμπύκνωναν τη συντριπτική επίδραση του στρατού πάνω στους νέους. Τον Οκτώβρη του ’83, με αφορμή την 31η αυτοκτονία για κείνη τη χρονιά, η Επιτροπή για το Στρατό καλεί σε συγκέντρωση – πορεία στα Προπύλαια με κεντρικό σύνθημα ΟΙ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΕΣ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΟΚΡΑΤΩΝ. Η αστυνομία απαγορεύει τη διαδήλωση, παραβιάζει το άσυλο και χτυπά τη συγκέντρωση, ξυλοκοπά και συλλαμβάνει πλήθος διαδηλωτών και παραπέμπει 11 με βαριές κατηγορίες. Η βάρβαρη αυτή επίθεση προκαλεί ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης με διαδηλώσεις, αποχή στο Πολυτεχνείο, δηλώσεις από μαζικούς φορείς και προσωπικότητες, αναγκάζει τα κόμματα της Αριστεράς να πάρουν θέση, δημιουργεί ρήγματα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ.
Τον Σεπτέμβρη του ’84 οργανώνεται στην Αθήνα η 6η Συνδιάσκεψη Ευρωπαϊκών Οργανώσεων στρατιωτών (ECCO). Παρ’ όλες τις τεράστιες διαφορές (νόμιμα συνδικάτα στις σκανδιναβικές χώρες και την Ολλανδία, σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης, παράνομες οργανώσεις σε Ελλάδα, Γαλλία, Ισπανία με πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά) η διοργάνωση είχε σημαντικά θετική επίπτωση για το κίνημα των επιτροπών φαντάρων ειδικά σε μια περίοδο που δεχόταν κατασταλτικές και πολιτικές επιθέσεις.
Το Πανσπουδαστικό Συνέδριο του ’84 αποτέλεσε τομή στη σχέση φοιτητικού κινήματος – κινήματος για το στρατό. Λίγο πριν τις φοιτητικές εκλογές, το Υπ. Εθνικής Άμυνας, απαντώντας σε αίτημα της ΕΦΕΕ, επιτρέπει στους στρατευμένους φοιτητές να ψηφίσουν δίνοντάς τους μάλιστα 24ωρη άδεια. Σύντομα όμως αποδεικνύεται ότι αυτό αφορούσε το δικαίωμα του εκλέγειν και όχι του εκλέγεσθαι. Οι φοιτητικές συσπειρώσεις αγκάλιασαν την ευκαιρία και σε συνεργασία με τις επιτροπές συμπεριέλαβαν στα ψηφοδέλτιά τους στρατευμένους. Το θέμα επικαθόρισε ολόκληρη τη διαδικασία του συνεδρίου. Οι φοιτητικές συσπειρώσεις έδωσαν τη μάχη να αποσπάσουν από το συνέδριο και ιδιαίτερα από την ΚΝΕ και το Ρήγα συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Για διεκδίκηση ελεύθερης συμμετοχής των στρατιωτών στις διαδικασίες του φ.κ., για πολιτική κάλυψη της ΕΦΕΕ σε όποια πολιτική δίωξη στρατευμένου, για τακτικές συσκέψεις στρατευμένων φοιτητών και μόνιμες ανοιχτές επιτροπές για το στρατό στους συλλόγους και την ΕΦΕΕ.
Σ’ αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφερθούμε στη στάση των κομμάτων της Αριστεράς πάνω στο ζήτημα. Από τον Νοέμβρη του ’82, κανένας δεν μπορούσε να παραγνωρίσει το θέμα στρατός. Μέλη του ΚΚΕεσ, με τον αντιφατικό συνδυασμό δεξιάς γραμμής και κινηματικού πλουραλισμού που το χαρακτήριζε, είχαν εμπλοκή με τις Επιτροπές Στρατιωτών, το κόμμα όμως (χωρίς να τους αποσύρει βίαια) φρόντισε να οριοθετηθεί πολιτικά μέσω της «Επιτροπής για τα δικαιώματα των στρατιωτών», χρήσιμης μόνο σαν σφραγίδα για συνδιοργανώσεις. Το ΚΚΕ, μετά την πρώτη φάση προβοκοκατορολογίας, κάτω απ‘ την πίεση των στρατευμένων της ΚΝΕ και για να τους “μαζέψει” (αρκετοί συμμετείχαν αυθόρμητα στις επιτροπές), ιδρύει την Κίνηση για τον Εκδημοκρατισμό των Ενόπλων Δυνάμεων (ΚΕΕΔ) από φαντάρους, αξιωματικούς και απόστρατους. Και οι δυο κινήσεις κινούνταν στο πλαίσιο: “εκδημοκρατισμός του στρατού, συμφιλίωση στρατού λαού, αναγνώριση της αναγκαιότητας του ρόλου του στην εθνική άμυνα”, με αποδοχή της σχετικής του στεγάνωσης απέναντι στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Ενώ καρδιά της ύπαρξης των Επιτροπών Στρατιωτών-Ναυτών-Σμηνιτών και της Επιτροπής για το Στρατό ήταν η συσπείρωση των φαντάρων ως κοινωνικό υποκείμενο απέναντι στην κυβέρνηση και τη στρατοκρατία, η ΚΕΕΔ προωθούσε ενώσεις «προοδευτικών» μονίμων και φαντάρων. Τα θέματα της ιεραρχίας και της πειθαρχίας ήταν έξω από την ατζέντα. Το αξιόμαχο ταμπού.
Εξίσου δεν μπορούσε να παραγνωρίσει το ζήτημα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Αν και η στάση της απέναντι στις επιτροπές είναι η καταστολή και η προσπάθεια πολιτικής περιθωριοποίησης με προβοκάτσιες (διεθνές αναρχικό κέντρο, πίσω τους βρίσκεται η Άγκυρα κλπ.), αναγκάζεται να επιλύσει μερικά από τα πιο ακραία ζητήματα. Απαγορεύεται το ατομικό καψόνι, αυξάνεται ο μισθός των φαντάρων (από 99 σε 459 δρχ., όταν το όριο φτώχειας το ’84 ήταν 80.000), επιτρέπονται τα πολιτικά στην έξοδο, η ανάγνωση εφημερίδων (εάν δε σε βλέπει κανείς), μέρος της θητείας στον τόπο κατοικίας, περιορισμός της αυθαιρεσίας των καραβανάδων κλπ.
Η πιο σημαντική όμως αλλαγή, που επικυρώνεται με τον νέο εσωτερικό κανονισμό 20-1 (που κατατέθηκε τις μέρες του Πανσπουδαστικού του ’84), είναι η αλλαγή του δόγματος του στρατού. Δεν είναι πια ο αντικομμουνισμός, ο εσωτερικός εχθρός και ο από βορράν κίνδυνος, είναι ο εθνικισμός και η από ανατολάς απειλή. Μένουν όμως αλώβητοι οι μηχανισμοί πειθάρχησης και η αναστολή των πολιτικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, ενώ στο έδαφος της αξιοκρατίας και της παραγωγικότητας επιχειρείται να οικοδομηθεί ένας νέος ιδεολογικός καταναγκασμός για την ενίσχυση της πειθαρχίας.
Στο μεγαλύτερο μέρος στην πραγματικότητα αυτές οι αλλαγές υπηρετούσαν την ανάγκη της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για μια νέα «εθνική αφήγηση» που να συσκοτίζει το ρόλο του στρατού στα τα αντιτιθέμενα κοινωνικά και ταξικά συμφέροντα. Με την αναβάπτιση του κύρους του μηχανισμού στη συνείδηση του λαού και την οικοδόμηση μιας νέας εθνικής ενότητας γύρω από τον τεχνοκρατικά αναβαθμισμένο στρατό εγγυητή των συνόρων. Η συντήρηση κλίματος απειλής από την Τουρκία με ανάδειξη πραγματικών ή τεχνητών σημείων υψηλής έντασης. Το πασάλειμμα αυτού του μιλιταριστικού και πολεμικού κλίματος με ψευτοαντιιμπεριαλισμό (επίσημη προπαγάνδα: η Άγκυρα αγαπημένο παιδί των αμερικάνων). Mε στόχο να ελέγξει το στρατό. Με προκλητικές παροχές προς τους μόνιμους, την αγορά του αιώνα, την τεχνοκρατική αναβάθμιση, τις επενδύσεις στην πολεμική βιομηχανία τη στιγμή που κατά τον Παπανδρέου μπαίναμε στο τούνελ της λιτότητας.
Η αλλαγή της φάσης γύρω από το στρατό αφαίρεσε το έδαφος της παρέμβασης των ρεφορμιστών, αλλά πίεσε και τις Επιτροπές Στρατιωτών-Ναυτών-Σμηνιτών και τις επιτροπές πολιτών. Η 3η Συνδιάσκεψη των Επιτροπών Στρατιωτών-Ναυτών-Σμηνιτών του Μάρτη του ‘85 αποτιμά με βαθιά διεισδυτικότητα αυτές τις εξελίξεις. Όμως δεν κατορθώνει να μετουσιώσει την πολιτική εκτίμηση σε ανανεωμένο πρόγραμμα πάλης. Αυτή η αμηχανία υποδαύλισε υπαρκτές πολιτικοιδεολογικές αντιθέσεις γύρω από το αξιόμαχο και λειτούργησε διαλυτικά στη δράση των επιτροπών.
Το τέλος αυτού του κύκλου, που συνδέεται τόσο με τη μερική νίκη του κινήματος όσο και με την αδυναμία του να απαντήσει στις νέες ανάγκες, δεν είναι και το τέλος της ιστορίας. Νέες γενιές αγωνιστών έδωσαν και δίνουν τη μάχη απέναντι σε ένα στρατό που συμμετέχει πια συστηματικά σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, με υψηλή τεχνολογία και μεγάλο ποσοστό μισθοφόρων.