της Ειρήνης Γαϊτάνου
Φιλολαϊκό προφίλ οικοδομεί το παιδί του εκδοτικού… σωλήνα
Για ένα ολόκληρο τρίωρο προκληθήκαμε να αναμετρηθούμε με τις αντοχές μας αλλά και το πολιτικό πρόγραμμα του Ποταμιού την περασμένη Δευτέρα. Καλεσμένος του Νίκου Χατζηνικολάου στο τηλεοπτικό κανάλι Σταρ, ο Σταύρος Θεοδωράκης, (ο… πρόεδρος, όπως τον αποκαλούσε διαρκώς ο Νίκος Χατζηνικολάου) έδωσε εξαρχής το στίγμα του λαϊκισμού της νέας εποχής που έχει κληθεί να υπηρετήσει, αρνούμενος να κάτσει στην καρέκλα, «για να είναι πιο κοντά στον κόσμο». Ολόκληρη η συνέντευξη φλέρταρε διαρκώς με τα αντανακλαστικά που κυριαρχούν σήμερα στον ελληνικό λαό ως κριτική στο πολιτικό σύστημα, αξιοποιώντας τα ωστόσο με τον πλέον επιφανειακό και βολικό για το ίδιο το σύστημα τρόπο. Έτσι, ο Θεοδωράκης αναφέρθηκε δεκάδες φορές απαξιωτικά στο «παλιό» και όλες του τις εκφάνσεις (είναι χαρακτηριστικό ότι η συνέντευξη άρχισε με τη φράση: «Αυτές είναι οι αρρώστιες του πολιτικού συστήματος. Γι’ αυτό κάναμε το Ποτάμι»), χρεώνοντας σε αυτό τα πάντα: πολιτικά κόμματα, ιδεολογίες, ιστορία και πολιτική συγκρότηση. Καταφέρθηκε ενάντια στα κόμματα, αξιοποιώντας απαξιωτικά και την αντίστοιχη ορολογία (αναφερόμενος σε «κομματικές νομενκλατούρες», «κομματόσκυλα», παραγοντισμό και παλιοκομματισμό, ταμπέλες, συντεχνίες). Επιπλέον αρνήθηκε επίμονα να αυτοτοποθετηθεί ιδεολογικά, προαναγγέλοντας για άλλη μια φορά το «τέλος των ιδεολογιών». Από την άλλη ωστόσο δεν παρέλειψε να ανακυκλώσει εθνικιστικές αναφορές περί των καλύτερων Ελλήνων, της Ελλάδας που έχει κάνει συμφωνία με την αιωνιότητα, της ψυχής των Ελλήνων που έχει μέσα της το νέο κ.λπ.
Φυσικά, η στάση του αρκέστηκε σε αυτή την εύκολη παράθεση λαϊκισμών καθώς, αν και το προανήγγειλε διαρκώς, δεν προχώρησε σε καμία συγκεκριμένη πρόταση σε σχέση με το πολιτικό σύστημα, πολύ δε περισσότερο σε ό,τι αφορά τον εκδημοκρατισμό του και τη λαϊκή συμμετοχή. Αντίθετα, υπερασπίστηκε την αναθεώρηση του Συντάγματος σε αντιδραστική κατεύθυνση, όπως επιχειρήθηκε το 2007 από τα κόμματα εξουσίας. Παράλληλα στα ερωτήματα σχετικά με τη διαφθορά και τα σκάνδαλα, όπως προκύπτουν και μετά τις καταγγελίες για εκχρηματισμό του πολιτικού προσωπικού γύρω από την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, βιάστηκε να λειτουργήσει αποσυμφορητικά για το σύστημα δηλώνοντας ότι αυτή η συζήτηση «δημιουργεί άσχημο κλίμα», «δεν υπάρχουν στοιχεία», και «δηλητηριάζεται η πολιτική σκηνή». Αντίστοιχα προσπάθησε να βγάλει λάδι την κυβέρνηση και σε σχέση με την ίδια την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και την προκήρυξη εκλογών, υποστηρίζοντας ότι η παρούσα Βουλή θα μπορούσε να εκλέξει Πρόεδρο, αν είναι ένα πρόσωπο «άξιο που μπορεί να ακουμπήσει ο Έλληνας πάνω του» (!), και ότι το πραγματικό ερώτημα είναι γύρω από το πρόσωπο του Προέδρου και όχι τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης.
Στο επίπεδο του πολιτικού προγράμματος η πολιτική κατεύθυνση του Ποταμιού είναι νεοφιλελεύθερη χωρίς περιθώρια αμφισβήτησης. Ο Σταύρος Θεοδωράκης, δηλώνοντας ότι «η τρόικα ήρθε στη χώρα κι έκανε και κάτι καλό, λέω εγώ που έχω ανοιχτούς ορίζοντες», έβγαλε λάδι την τρόικα και συγκεκριμένα τη Γερμανία, ειρωνευόμενος όσους μιλάνε για «κακό Μνημόνιο και κακούς δανειστές», που όμως «μας προσφέρουν καλά επιτόκια για τα λεφτά που χρειαζόμαστε»! Εξάλλου αναγόρευσε τον Ματέο Ρέντσι τον «μεγαλύτερο σύμμαχο της Ελλάδας στην Ευρώπη», καταφερόμενος ενάντια σε όσους κάνουν κριτική στη νεοφιλελεύθερη πολιτική του.
Παράλληλα, τάχθηκε ουσιαστικά υπέρ όλων των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων που επιχειρούνται σήμερα. Στα εργασιακά εναντιώθηκε στην κατοχύρωση ελάχιστου μισθού θεωρώντας τη ανευθυνότητα, ενώ υποστήριξε όλα τα προγράμματα μαθητείας που μετακυλύουν το κόστος στον εργαζόμενο, καλώντας το κράτος να απαλλάξει τις επιχειρήσεις από την υποχρέωση να ασφαλίζουν τους εργαζόμενους! Επιπλέον πρόταξε τη συρρίκνωση της κοινωνικής ασφάλισης, προτείνοντας οι εργαζόμενοι να ασφαλίζονται για όσο δουλεύουν και αναλογικά με την εργασία τους και όχι καθολικά. Κι όλα αυτά, αφού εκθείασε τον σφαγέα του ασφαλιστικού Τάσο Γιαννίτση ως έναν από τους λίγους ικανούς πολιτικούς, καθώς «έκρουσε το καμπανάκι του κινδύνου για το ασφαλιστικό». Όσον αφορά την εκπαίδευση, υποστήριξε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων («μπορούμε να έχουμε κέρδος 20.000 ευρώ το κεφάλι» όπως δήλωσε!) και το διορισμό «διευθυντών-μάνατζερ» στα σχολεία, όπως και τη σύνδεση αγοράς-πανεπιστημίων, με «έκκληση στους πλούσιους Έλληνες να βοηθήσουν χωρίς διαμεσολάβηση του κράτους». Επιπλέον, μας απείλησε ότι θα μας εκπλήξει τον Νοέμβριο με τη δουλειά που ετοιμάζει το Ποτάμι για τον δημόσιο τομέα… Τέλος υπερασπίστηκε φυσικά καθαρά την παραμονή στην ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Στο πολιτικό επίπεδο πάντως η συνέντευξη επιβεβαίωσε πλήρως το ρόλο του Ποταμιού σαν εφεδρεία, παράγοντα σταθεροποίησης και ανασυγκρότησης του Κέντρου. Ο Θεοδωράκης δήλωσε ευθαρσώς ότι έχει «συγγενείς και στη ΝΔ και στο ΣΥΡΙΖΑ» και ότι θα συζητήσει με το πρώτο κόμμα, όποιο κι αν είναι, για κυβέρνηση συνεργασίας, ενώ βλέπει συνεργασίες και με ΔΗΜΑΡ και ΠΑΣΟΚ.