Το μπουγέλωμα, η μόδα του φετινού καλοκαιριού, εφαρμόστηκε ως ψυχολογικό βασανιστήριο στη Μακρόνησο… και δίχως selfies και αναρτήσεις στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης (social media). Η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται δύο φορές: την πρώτη σαν τραγωδία, τη δεύτερη σαν μόδα.
της Μαριάννας Τζιαντζή
Oλοι πια έχουµε µάθει το «αυτοµπουγέλωµα για καλό σκοπό», το «Ice Bucket Challenge», τη φιλανθρωπική και άλλο τόσο λαϊφστ αϊλίστικη µόδα που ξεκίνησε από την Αµερική κι έφτασε µέχρι τη Mykonos. Στην Ελλάδα όµως των χρόνων του Εµφυλίου είχε εφαρµοστεί ένα άλλο, πολύ πιο ανελέητο µπουγέλωµα, το Μakronisos bucket, όπως διαβάζουµε στις αναµνήσεις ενός αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, του Γιάννη Παπακωνσταντίνου (Ενθυµήµατα, τ. Γ΄, εκδόσεις Λίνος, Αθήνα 1986, σ. 140-141). Πρόκειται για ένα ψυχολογικό βασανιστήριο, που συχνά ήταν πιο αποτελεσµατικό από την άσκηση ωµής βίας:
«Μέσα στο τροµερό κρύο του Γενάρη [του 1949] ανάγκαζαν δύο κρατούµενους να γδυθούν στη σκηνή και να µείνουν µόνο µε τα εσώρουχα. Γυµνούς τους έπαιρναν και τους πήγαιναν στην παραλία. Εκεί είχαν δύο ντενεκέδες. Έβαζαν τον έναν να πάει να τους γεµίσει από τη θάλασσα και να έρθει να τους ρίξει πάνω στον άλλον. Αν ο πρώτος το έκανε αυτό, τότε ανάγκαζαν τον δεύτερο να επαναλάβει το ίδιο στον πρώτο. Αν άντεχαν και οι δύο, τότε βρεγµένους τούς γύριζαν στη σκηνή τους. Απ’ ό,τι µου είχε πει ο Γιάννης, πολλοί θαυµάσιοι αγωνιστές έσπασαν και έκαναν δήλωση πάνω σ’ αυτή την ψυχολογική βία. Πολλοί απ’ αυτούς, όταν αργότερα τους πήγαιναν στα στρατοδικεία, ανακαλούσαν τη δήλωση, κράταγαν παληκαρίσια στη δίκη, καταδικαζόσαντε σε θάνατο και παληκαρίσια αντιµετώπιζαν το εκτελεστικό απόσπασµα.
Βλέπεις λοιπόν, αναγνώστη µου, ότι είναι πιο εύκολος ο θάνατος από τα φριχτά βασανιστήρια που εφάρµοζε ο φασισµός στους λαϊκούς αγωνιστές. Μια τέτοια λοιπόν ψυχολογική βία πέρασε και ο ήρωας των ηρώων, ο Γιάννης ο Πολίτης. Τους έχουν πάρει µαζί µ’ έναν άλλο αγωνιστή, που δεν θυµάµαι καλά το όνοµά του και την καταγωγή του, και γυµνούς τούς πήγαν στην παραλία. Εκεί αναγκάζουν πρώτα τον άλλον να γεµίσει και να φέρει τους ντενεκέδες. Τουρτουρίζοντας ο αγωνιστής µπήκε στη θάλασσα και γέµισε τους ντενεκέδες. Όταν τους έφερε γεµάτους, δείλιασε και δεν τους έριχνε πάνω στον Γιάννη. Ο Γιάννης κατάλαβε ότι ο δισταγµός είναι αρχή της υποχώρησης και προσπάθησε να του δώσει κουράγιο. Με τις κινήσεις λοιπόν των χεριών τού έδινε να καταλάβει να µη διστάζει και να το ρίξει. Ο άλλος δεν του το έριχνε. Τότε ο Γιάννης µε το δεξί του χέρι βουτάει τον ντενεκέ από το ξύλινο χέρι, τον σηκώνει µόνος του και όρθιος τον αδειάζει πάνω στο κεφάλι του για να βραχεί ολόκληρος. Πετά τον έναν ντενεκέ κάτω, αρπάζει τον δεύτερο, στέκεται ορθός και αδειάζει πάνω του και τον δεύτερο. Με κινήσεις των χεριών και µε το µπα µπα των µουγκών σαν να τους έλεγε: “Τι θέλετε, ρε θρασίµια; Να ρίξω κι άλλους ντενεκέδες νερό πάνω µου;”
Τους γυρίσανε στη σκηνή τους. Ο άλλος πήρε τα ρούχα του, τον πήγανε στα γραφεία και έκανε την τυποποιηµένη δήλωση “Αποκηρύσσω µετά βδελυγµίας το ΚΚΕ και τις παραφυάδες αυτού…” και τον περάσανε στον κλωβό των δηλωσιών.
Aργότερα τους παρέπεµψαν στο στρατοδικείο. Ανακάλεσε τη δήλωσή του “σαν προϊόν βίας”. Μαζί µε άλλους καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν».
Τα πλακατζίδικα αυτοµπουγελώµατα των επωνύµων (όπως του Μπιλ Γκέιτς) και των λιγότερο επωνύµων έχουν αναρτηθεί στο Ίντερνετ και τα έχουν δει δεκάδες εκατοµµύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσµο. ∆εν συνέβη όµως το ίδιο µε εκείνο το κατάβρεγµα µια νύχτα στη Μακρόνησο, που ίσως να µην ήταν το µοναδικό. Και να που δεν είναι µόνο η µεγάλη Ιστορία που επαναλαµβάνεται σαν φάρσα, αλλά και η µικρή, τόσο µικρή που ελάχιστοι πια τη θυµούνται. Τουλάχιστον να µην ξεχνιέται µαζί µε το θάνατο αυτών των ελάχιστων.
Το κοµµουνιστικό κίνηµα, η Αριστερά, δεν έχει ανάγκη από µαρτυρολόγια για να αποδείξει ότι έχει το δίκιο ή και την ιστορία µε το µέρος του. Μερικές φορές µάλιστα η επίκληση της ένδοξης ιστορίας λειτουργεί αυτοεπιβεβαιωτικά έως και ιδιοκτησιακά. Ωστόσο, µε φόντο το καλοκαιρινό διεθνές πανηγύρι του ice bucket, όπου ο ιδιώτης φιλάνθρωπος θεαµατοποιείται και αυτοπροβάλλεται, εκείνοι οι ντενεκέδες µε παγωµένο θαλασσινό νερό αδειάζουν ξαφνικά και περιλούουν τη δική µας ανύποπτη ράχη.
Το σηµερινό όργιο της επικοινωνίας, µε τον τρελό χορό των ονοµάτων και των εικόνων στο ∆ιαδίκτυο, συχνά συνυπάρχει όχι απλώς µε τον ακρωτηριασµό της ιστορικής µνήµης αλλά και µε την εθελοντική τύφλωση µπροστά στη ζώσα ιστορία.
Γιάννης Πολίτης: Ο άγνωστος «ήρωας των ηρώων» βασανίστηκε φριχτά και άντεξε
Ιδιωτική βία
Ίσως ο αναγνώστης απορήσει πώς γίνεται ένας μουγκός να αφηγείται αυτό το περιστατικό. Προτού τον στείλουν στη Μακρόνησο, ο Γιάννης Πολίτης («ήρωα τον ηρώων» τον αποκαλεί ο συγγραφέας) είχε περάσει φριχτά βασανιστήρια στα χέρια της Ασφάλειας: «Τον χτύπαγαν με μικρές μαχαιρές και πότε του ’ριχναν καυτό λάδι και πότε τον πάστωναν αλάτι. Βραστά καυτά αβγά του ’βαζαν στις μασχάλες». Είχε λιποθυμήσει πολλές φορές αλλά παρ’ όλα αυτά άντεχε. Όταν τον απείλησαν «θα σου λύσουμε εμείς τη γλώσσα και θα τα ξεράσεις όλα», εκείνος έβγαλε όσο μπορούσε τη γλώσσα του έξω από τα δόντια, τη δάγκωσε, έδωσε μια γερή γροθιά στο σαγόνι του και την έκοψε. Ένα κομμάτι της, για την ακρίβεια, που το πρόσφερε στο βασανιστή. Ήρθε γιατρός, την καυτηριάσανε για να σταματήσει η αιμορραγία και για πολλούς μήνες εκείνος ήταν μουγκός. Αργότερα η γλώσσα έθρεψε και ο Γιάννης άρχισε να μιλάει. Την ιστορία αυτή την είχε ο ίδιος αφηγηθεί στο συγγραφέα στις φυλακές του Ιτζεδίν της Κρήτης απ’ όπου αποφυλακίστηκε το 1964 επί Γεωργίου Παπανδρέου. Το 1967 δεν τον συλλάβανε γιατί πρόλαβε να βγει στην παρανομία. Αργότερα κατόρθωσε να διαφύγει στην Ιταλία όπου σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Το όνομα του Γιάννη Πολίτη διασώθηκε όχι όμως και των βασανιστών του. Τι σημασία έχει; Άλλοι (βασανιστές) με ονόματα άγνωστα ή ξεχασμένα έχουν πάρει τη σκυτάλη και εφαρμόζουν παρόμοιες κτηνώδεις μεθόδους – ας θυμηθούμε την κακοποίηση μεταναστών το 2007 στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας, όταν αστυνομικοί είχαν βάλει δύο μετανάστες να χαστουκίζουν ο ένας τον άλλον και μάλιστα είχαν βιντεοσκοπήσει το κατόρθωμά τους.
Τώρα η βία έχει ιδιωτικοποιηθεί. Μην τα περιμένετε όλα από το κράτος, παιδιά! Από τη μια η Χρυσή Αυγή (δολοφονία Σεχσάντ Λουκμάν και Παύλου Φύσσα), από την άλλη οι μπράβοι των εργοδοτών που πυροβόλησαν εργάτες γης στη Μανωλάδα. Η ΣΔΙΤ, η περιβόητη σύμπραξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, έχει συντελεστεί και στον τομέα του εξευτελισμού και της τρομοκράτησης του ανθρώπου, ενίοτε και με την ευγενική χορηγία ή ανοχή της Δικαιοσύνης και σχεδόν πάντα με την εκλεκτική αποσιώπηση από τα μεγάλα ΜΜΕ.