Το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν είναι ο θριαμβευτής του α’ γύρου των τοπικών εκλογών, αν και το γενικό του ποσοστό υπολογίζεται περίπου στα επίπεδα των προεδρικών του 2012 (γύρω στο 15%). Το ακροδεξιό κόμμα επωφελήθηκε κυρίως από μετατοπίσεις ψηφοφόρων της παραδοσιακής Δεξιάς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΥΚΙΑΣ-Παρίσι
Το ηχηρό χαστούκι του α΄ γύρου των γαλλικών δηµοτικών εκλογών άφησε άναυδο το κυβερνών σοσιαλιστικό κόµµα και τον µόλις πριν από 22 µήνες εκλεγµένο πρόεδρο Ολάντ: παρά τα πρωτοφανή ποσοστά αντιδηµοτικότητας του εκτελεστικού ζεύγους (γύρω στο 20%) οι κυβερνητικοί ιθύνοντες ήλπιζαν ως την τελευταία στιγµή ότι θα περιόριζαν στο ελάχιστο την ήττα υπολογίζοντας κυρίως στην κατάσταση αφασίας της ∆εξιάς. Η πραγµατικότητα αποδείχτηκε πολύ πιό σκληρή.
Το χαστούκι στη σοσιαλφιλελεύθερη κυβερνητική παράταξη ήρθε κυρίως από το νέο άλµα της αποχής που έσπασε ρεκόρ, περνώντας από το 33,5% των αντίστοιχων εκλογών του 2008 στο 36,5%. Ανέρχεται µάλιστα στο 43,5% µε 47% στις πόλεις, ενώ στις λαϊκές δορυφορικές τσιµεντουπόλεις που διαχειρίζεται γενικώς η Αριστερά εκτοξεύεται σε δυσθεώρητα ύψη: 59% στο Μποµπινί, 60% στο Κλισι-σου-Μπουά, 61% στο Εβρί και στο Μπονέιγ-σιρ-Μαρν, 62% στο Ρουµπέ, στο Βο-εν-Βελέν και στο Βιλιέ-λε-Μπελ… Άλλο στοιχείο που δείχνει σαφώς την προέλευσή της: φτάνει στο 45% στις περιοχές που πλειοψήφισε ο Ολάντ έναντι του Σαρκοζί στις προεδρικές του 2012. Όπως δηλώνει συντετριµµένος ο σοσιαλιστής πρόεδρος της βουλής Κ. Μπαρτολόν (που κάθε άλλο παρά µπορεί να χαρακτηριστεί… διαφωνών): «Σχεδόν παντού στη Γαλλία η νεολαία µάς εγκατέλειψε, τα λαϊκά στρώµατα µας γύρισαν την πλάτη, τα µεσαία στρώµατα µας απέφυγαν, τα λαϊκά προάστεια µας αγνόησαν…».
Γενικώς το κυβερνών κόµµα και οι σύµµαχοί του έχασαν πάνω από 10 µονάδες πέφτοντας στο 36,5% (από 48% το 2008), ενώ η ∆εξιά πέρασε στο 46% (από 42% το 2008). Αλλά οι απώλειες της κυβερνώσας παράταξης είναι πολύ πιο τροµακτικές σε ορισµένες σηµαντικές πόλεις: χάνει 49 ολόκληρες µονάδες στο Φοντενέ, 43 στο Ιβρί, 37 στη Μασαλλία και στο Βενισέ, 29 στη ∆ουνκέρκη και στη Ροσέλ, 26 στη Ρουόν και στη Λιµόζ… και 24 πόλεις από τον α΄ γύρο κιόλας, από τις οποίες µία κερδίζει το λεπενικό Εθνικό Μέτωπο (τη συµβολική εργατούπολη του Ενέν-Μποµόν µε 50,3%) .
Το ακροδεξιό κόµµα είναι αναντίρρητα ο θριαµβευτής αυτών των εκλογών, αν και το γενικό του ποσοστό υπολογίζεται περίπου στα επίπεδα της Μαρίν Λεπέν στις προεδρικές του 2012 (γύρω στο 15%). Η εκτίµηση αυτή είναι όµως θεωρητική αφού σε δέκα σηµαντικές πόλεις ξεπερνάει κατά 10 και πάνω µονάδες το ποσοστό της τελευταίας και φτάνει µάλιστα πάνω από το 40%. Επιπλέον, σε 17 πόλεις άνω των 10.000 κατοίκων βγαίνει πρώτο κόµµα και θα είναι παρόν στον β΄ γύρο σε 229 πόλεις (από τις 600 στις οποίες κατέβηκε), πράγµα που πιστεύεται ότι θα προκαλέσει σηµαντικές απώλειες στην παραδοσιακή ∆εξιά κυρίως. Εκτιµάται ότι το ακροδεξιό κόµµα επωφελήθηκε πρωτίστως από µετατοπίσεις ψηφοφόρων της παραδοσιακής ∆εξιάς (πέρα από την ανάκτηση των ψηφοφόρων του που είχε δελεάσει ο Σαρκοζί το 2007) αλλά αντλεί και ένα µέρος της ενίσχυσής του από την επίδραση σε ευρύτερα στρώµατα του αντιευρωπαϊκού λόγου του και της «αντιφιλελεύθερης» χροιάς την οποία προσθέτει τελευταία στο πρόγραµµά του.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, δεν είναι βέβαιο ότι η δεξιά UMP και οι σύµµαχοί της θα κεφαλαιοποιήσουν –πέρα από τις 24 πόλεις που αφαίρεσαν από το ΣΚ και τους συµµάχους του στον α΄ γύρο– τη συντριβή των τελευταίων στον β΄ γύρο. Ούτως ή άλλως το ζήτηµα της ανασύνθεσης της συνολικής ∆εξιάς που έχει βάλει στόχο της η Λεπέν, έχει τεθεί επί τάπητος, πολλώ δε µάλλον αφού η φιλοδοξία της τελευταίας να έλθει το κόµµα της πρώτο στις επικείµενες ευρωεκλογές φαίνεται κάθε άλλο παρά ανεδαφική…
Η επιλογή των Πρασίνων να κατέβουν σε 265 δήµους χωριστά από τους σοσιαλιστές µε τους οποίους συγκυβερνούν αποδείχτηκε τελικά επιτυχής, αφού έπιασαν γύρω στο 11%, συνολικά σε αυτούς τους δήµους και διαπραγµατεύονται από θέση ισχύος µε τους συγκυβερνώντες εταίρους τους για τον β΄ γύρο.
Αντίθετα, η κοινή κάθοδος του ΓΚΚ µε τους σοσιαλιστές µπορεί να τους επιτρέπει να διατηρήσουν τους 8.000 και πάνω συµβούλους τους, αλλά τους κόστισε την απώλεια δύο σηµαντικών δήµων ήδη από τον α΄ γύρο και ενδεχοµένως κάποιων άλλων (π.χ. Μποµπινί) στον β΄. Κι ας αφήσουµε το σοβαρότερο, δηλαδή την πολυδιάσπαση και τον αλληλοσπαραγµό που µαίνεται στους κόλπους του Αριστερού Μετώπου.
Το τελευταίο, µε κινητήρα κυρίως το Αριστερό Κόµµα του Μελανσόν, σε πανεθνική κλίµακα κυµαίνεται γύρω στο 6%, αλλά πρέπει να πούµε ότι στους δήµους που κατέβηκε από κοινού µε το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόµµα και άλλες οργανώσεις της µη κυβερνητικής Αριστεράς ή µε τους (κυβερνητικούς µέχρι στιγµής) Πράσινους πέτυχε στις περισσότερες περιπτώσεις ποσοστά άνω του 10% .
Σε αυτές τις περιπτώσεις έχει ασφαλώς µερίδιο και το ΝΑΚ το οποίο κατέβηκε σε 54 δήµους µε το Αριστερό Μέτωπο (ή ορισµένες συνιστώσες του) και σε 33 αυτόνοµα. Στους τελευταίους, το µέσο ποσοστό του κυµαίνεται γύρω στο 2,5-3% .
Η Εργατική Πάλη, από τη µεριά της, κατέβηκε αυτόνοµα σε 182 δήµους. Το ποσοστό της κυµαίνεται κατά µέσον όρο στα επίπεδα του 2008 (2%).
Σχολιάζοντας τα αποτελέσµατα, το ΓΚΚ ζητάει «αλλαγή πολιτικής», αλλά συντάσσεται µε το κυβερνών κόµµα παντού στον β΄ γύρο, το Αριστερό Κόµµα θεωρεί ότι δηµιουργούνται οι προϋποθέσεις για µια «αριστερή αντιπολίτευση» και διαπραγµατεύεται σκληρά τη συµµαχία στον β΄ γύρο µε τους σοσιαλιστές (στο Παρίσι δεν κατέληξε σε συµφωνία), το ΝΑΚ καλεί στην οργάνωση του «τρίτου, κοινωνικού γύρου» µε πρώτη πράξη την κινητοποίηση όλης της «άλλης Αριστεράς» (πλην της Εργατικής Πάλης) που οργανώνεται µε πρωτοβουλία του στις 12 Απρίλη και η ΕΠ καλεί τους ψηφοφόρους της να ψηφίσουν λευκό ή να κάνουν αποχή στις 30 Μαρτίου.