του Γιάννη Ελαφρού
Υποστηρίζουµε πως προϋπόθεση για να υπάρξει µια στροφή στην Ελλάδα υπέρ των εργαζοµένων, των ανέργων, των φτωχών λαϊκών στρωµάτων και των νέων και πολύ περισσότερο µια ανατροπή υπέρ τους, αποτελεί η ύπαρξη µιας ισχυρής αντικαπιταλιστικής αντιΕΕ Αριστεράς, µε επαναστατική λογική και κοµµουνιστική απελευθερωτική προοπτική. Εκφραστής αυτού του ρεύµατος σήµερα, όχι χωρίς αντιφάσεις και αδυναµίες, είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, µε την αντικαπιταλιστική πολιτική γραµµή, την επιδίωξη του αντικαπιταλιστικού πόλου της Αριστεράς και της µετωπικής συµπόρευσης σε ένα πρόγραµµα ρήξης και ανατροπής. Η αποφασιστική ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί όρο για να πάνε τα πράγµατα αλλιώς.
Η τοποθέτηση αυτή πηγάζει εκτός των άλλων και από την εκτίµηση για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και τη στάση που πρέπει να έχουν οι µαχόµενες δυνάµεις της Αριστεράς και οι ανυπότακτοι αριστεροί απέναντι στην πολιτική και στο ίδιο το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Στο προηγούµενο φύλλο γράψαµε για το περιεχόµενο της κυβερνητικής πρότασης ΣΥΡΙΖΑ («Μία απ’ τα ίδια θα είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ»). Το άρθρο µιλούσε για «ταχύτατη ενσωµάτωση του κόµµατος της αξιωµατικής αντιπολίτευσης σε µια λογική κυβερνητικής διαχείρισης όχι µόνο εντός του συστήµατος και της ΕΕ αλλά και εντός του µνηµονιακού πλαισίου και της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας. Πρόκειται για µια πορεία προς ένα νεοφιλελευθερισµό µε “ανθρώπινο πρόσωπο”, στην οποία δεν µπορεί να είναι συνοδοιπόροι οι µαχόµενοι αριστεροί». Οι απόψεις αυτές συναντιούνται όλο και περισσότερο µε τις διαπιστώσεις ή τις ανησυχίες ολοένα και περισσότερων εργαζοµένων, ψηφοφόρων της Αριστεράς, σηµαντικού µέρους της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Παρ’ όλα αυτά η επιθυµία να φύγει η άθλια συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (µε στόχο να ανακοπεί – εκτροχιαστεί η βάρβαρη επιδροµή κεφαλαίου, ΕΕ και ΔΝΤ) οδηγεί ευρύτερα στρώµατα στην αγκαλιά της κυβερνητικής λύσης του ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς πάθος, χωρίς έµπνευση, αλλά µε τη δύναµη του αναπόδραστου. Η κυριαρχία αυτής της απάντησης µέσα στο ευρύτερο λαϊκό αντιµνηµονιακό ρεύµα δεν σηµαίνει κάποια αυτόµατη δικαίωσή της. Οφείλεται στον κληρονοµηµένο συσχετισµό δυνάµεων, στη στρατηγική ήττα του εργατικού αριστερού κινήµατος και βεβαίως σε ιστορικές ανεπάρκειες της επαναστατικής κοµµουνιστικής Αριστεράς. Αλλά η υποταγή στο ανερχόµενο κάθε φορά ρεφορµιστικό και διαχειριστικό ρεύµα της Αριστεράς δεν «γιατρεύει» τις πληγές, τις κακοφορµίζει παραπέρα.
Πρόκειται για µεγάλο στοίχηµα, κάθε φορά που η λαϊκή δυναµική αναζητά µια άµεση διέξοδο και µε βάση το συσχετισµό δύναµης τη βρίσκει στον πιο «εύκολο» δρόµο, που υπόσχεται «µεγάλες ανατροπές», αλλά χωρίς ανατροπή τού κάθε φορά ασφυκτικού πλαισίου, της ΕΕ, του συστήµατος και του κεφαλαίου. Είδαµε τα αποτελέσµατα µε το ΠΑΣΟΚ στα τέλη της δεκαετίας του 1970-αρχές δεκαετίας 1980, όταν µεγάλο µέρος του ευρωκοµµουνιστικού ρεύµατος και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ενσωµατώθηκε στον πασοκικό εκσυγχρονισµό, ενώ το ΚΚΕ υποτάχθηκε µε τη λογική του «αθροίσµατος των δηµοκρατικών δυνάµεων». Μπορεί στη σηµερινή, τόσο διαφορετική εποχή της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και της τροµερής αστικής επίθεσης, που το κεφάλαιο δεν έχει τίποτα να δώσει, να επιστρέψουµε σε µια λογική αθροίσµατος αριστερών δυνάµεων, µε επικεφαλής τους Τσίπρα, Σταθάκη, Δραγασάκη;
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απαντά κατηγορηµατικά αρνητικά σε µια τέτοια λογική: «Οι εξελίξεις στην Αριστερά και ειδικά η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς τη διαχείριση του καπιταλισµού και της κρίσης του δείχνει ότι δεν µπορεί να υπάρχει καµία ανοχή στην πολιτική του, ούτε σε λογικές πολιτικής ή εκλογικής συνεργασίας σε οποιοδήποτε επίπεδο. Η αντικαπιταλιστική επαναστατική Αριστερά δεν είναι δωρητής σώµατος ούτε δεκανίκι ή «αριστερή οµάδα πίεσης» για να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν εντάσσεται γενικά σε µια ρεφορµιστική παναριστερά. Διεκδικεί αυτοτελή ρόλο αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης και επαναστατικής δυνατότητας. Η αυτοτελής παρέµβαση και το δυνάµωµά του αντικαπιταλιστικού-επαναστατικού ρεύµατος θα παίξουν θετικό ρόλο και στην αναγκαία κοινή δράση µέσα στο µαζικό κίνηµα, σε ανατρεπτική κι όχι διαχειριστική κατεύθυνση, µε τις µαχόµενες δυνάµεις της Αριστεράς και του κινήµατος» (απόφαση Πανελλαδικού Συντονιστικού Οργάνου 16 Φεβρουαρίου 2014).
Απέναντι σε αυτή τη στέρεη τοποθέτηση υπάρχουν διαφορετικές απαντήσεις στον ευρύτερο αριστερό κόσµο και µέσα στην εκτός των τειχών Αριστερά. Υπάρχει η θεωρία του σκαλοπατιού ή του αυτόµατου πιλότου. Κοντολογίς, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ένα βήµα προς τα αριστερά, που θα ανοίξει το δρόµο για την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Η συλλογιστική αυτή θυµίζει τη θεωρία του… καρπουζιού για το ΠΑΣΟΚ το 1981: απέξω πράσινο, από µέσα κόκκινο. Ή τα έστω και δειλά φιλολαϊκά µέτρα που θα πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγήσουν σε αντίδραση της αστικής τάξης και της ΕΕ και θα πάµε σε µεγαλύτερη σύγκρουση, στην οποία θα παίξει ρόλο η ανατρεπτική Αριστερά. Θα πρέπει καταρχήν να σηµειώσουµε ότι ακόµα και σε αυτή τη λογική προϋπόθεση είναι να υπάρχει ισχυρή αντικαπιταλιστική επαναστατική Αριστερά, αυτοτελής και βεβαίως όχι κρυπτόµενη. Προφανέστατα και η πολιτική εξέλιξη δεν είναι γραµµική. Μια µίζερη διαχείριση από τον ΣΥΡΙΖΑ όχι µόνο δεν θα οδηγήσει σε εξελίξεις προς τα αριστερά αλλά θα βυθίσει τον κόσµο σε βαθύτερη απογοήτευση και υποχώρηση. Ωστόσο ακόµα και στην περίπτωση που το αστικό και το εργατικό-λαϊκό στρατόπεδο µπουν σε τροχιά σύγκρουσης, για να είναι νικηφόρα πρέπει να υπάρχει προετοιµασία, συσπείρωση σε ένα πρόγραµµα αντικαπιταλιστικής ανατροπής, ισχυρό εργατικό κίνηµα, όργανα επιβολής της λαϊκής θέλησης και άλλη Αριστερά. Δηλαδή χρειάζεται από τώρα ενίσχυση των θέσεων του ταξικού εργατικού κινήµατος και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Υπάρχει επίσης η λογική ότι η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα επιδράσει καλύτερα από τα µέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, µε ανανεωµένες λογικές «εισοδισµού», είτε στην πλήρη τους µορφή (ένταξη στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ρεύµα του) είτε σε εκλογική σύµπλευση για να κολυµπήσουµε στην επιρροή του. Βεβαίως, κανένα όχηµα δεν αλλάζει κατεύθυνση µε µετακινήσεις στο εσωτερικό του, εκτός εάν έχεις το τιµόνι… Η προσέγγιση αυτή πέρα από το γεγονός ότι υποτιµά την ανάγκη αυτοτελούς παρουσίας για να επικοινωνήσει µε το αντικαπιταλιστικό πρόγραµµα ο ίδιος ο λαός (που είναι τελικά και το υποκείµενο της ταξικής και πολιτικής πάλης) δεν βλέπει και την πορεία που έχει η εσωκοµµατική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, πορεία ενσωµάτωσης και αυτολογοκρισίας.
Συχνά αυτές οι λογικές µεταφέρουν άκριτα στο σήµερα εµπειρίες του παρελθόντος (ενιαίο µέτωπο της Γ΄ Διεθνούς, εαµικό µέτωπο), χωρίς να µελετούν τις αντιφάσεις τους και κυρίως χωρίς να βλέπουν την καταλυτική αλλαγή των συνθηκών και των συσχετισµών, µε πιο χαρακτηριστική την έλλειψη επαναστατικού κοµµουνιστικού ρεύµατος – κόµµατος και αντικαπιταλιστικού πόλου. Συχνά χάνεται ο ανατρεπτικός – επαναστατικός χαρακτήρας των µετωπικών πρωτοβουλιών του παρελθόντος και απλά γίνεται προσπάθεια να φορεθεί η µορφή σε ένα άλλο περιεχόµενο. Δηλαδή να µιλάµε για ΕΑΜ υπό τον Τσίπρα, ο οποίος ζητά ένα… Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα και όλη την Ευρώπη. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Άρη και των µαυροσκούφηδων.
Κοινό χαρακτηριστικό σε όλα αυτά είναι η άρνηση της προτεραιότητας που έχει το αναγκαίο πρόγραµµα, ο σωστός ορισµός του αντίπαλου και του τρόπου αντιµετώπισής του. Η συµµαχία αναδεικνύεται σε αυτοσκοπό, το πρόγραµµα περικόπτεται ανάλογα µε τα όρια της πιο µετρηµένης (ρεφορµιστικής) δύναµης. Έτσι, το αντικαπιταλιστικό εξορίζεται, η συνολική εναντίωση και η ρήξη – έξοδος από την ΕΕ γίνεται αντίθεση στο ευρώ, αλλά και αυτή αναβάλλεται µέχρι να καταργηθεί το Μνηµόνιο και µετά βλέπουµε. Τελικά, και το Μνηµόνιο δεν καταργείται και γίνεται εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, εντός ευρώ-ΕΕ και συστήµατος.
Απέναντι σε όλα αυτά, έχει κρίσιµη σηµασία µια ισχυρή αντικαπιταλιστική ανατρεπτική Αριστερά, τόσο πριν όσο και µετά την κυβερνητική αλλαγή. Πριν, για την απόκρουση των σφαγιαστικών µέτρων, την απόσπαση κατακτήσεων, την ανάταση του κινήµατος και τη διεκδίκηση της ανατροπής της µνηµονιακής κόλασης και της «χούντας» κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ χωρίς αυτοπεριορισµό των εργατικών διεκδικήσεων στο νέο εφικτό της συριζαίικης συναίνεσης, για τη δηµιουργία συνθηκών ήττας της κυβέρνησης, ευρύτερα της κυρίαρχης πολιτικής. Μετά, ως δύναµη µαχητικής εργατικής λαϊκής αντικαπιταλιστικής αντιπολίτευσης, που δεν θα δώσει στήριξη ή ανοχή σε κυβέρνηση διαχείρισης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα παλέψει –ειδικά το πρώτο κρίσιµο διάστηµα– για την απόσπαση σηµαντικών θετικών κατακτήσεων υπέρ του λαού, µε τη δύναµη του κινήµατος και του λαϊκού ξεσηκωµού, θα αποτελέσει φραγµό σε κάθε αντεπίθεση των αστικών δυνάµεων, της αντίδρασης και των φασιστών, θα συµβάλλει στην ανάπτυξη αυτοτελών οργάνων εργατικής – λαϊκής πάλης κι επιβολής της λαϊκής θέλησης, µε σηµαία την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΝΑΡ για την Κοµµουνιστική Απελευθέρωση δεν ασκούνται στο ρόλο της Κασσάνδρας, προφήτες δυσοίωνου µέλλοντος, αφού η διάψευση αυταπατών δεν είναι ευχάριστη. Δεν εξαντλούνται σε ένα ενδοαριστερό εµφύλιο, περιµένοντας την ήττα του αριστερού «αντιπάλου», όπως κάνει το ΚΚΕ. Παλεύουν για να δώσουν σάρκα και οστά στην ελπίδα, για να ανοίξει ο δρόµος για την αντικαπιταλιστική ανατροπή, για την επιβίωση και την αξιοβίωτη ζωή.