ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΤΕΛΗΣ, εκ μέρους της συλλογικότητας «Επαναστατική Ενοποίηση»
Επιτακτική η συμβολή των κομμουνιστικών δυνάμεων
Υπάρχει άλλος δρόµος για ζωή µε αξιοπρέπεια, µε προοπτική για τις επόµενες γενεές; Ο άλλος δρόµος της ελπίδας και της προοπτικής είναι ο επαναστατικός δρόµος που ανοίγει ο ίδιος ο λαός. Στην κρισιακή συγκυρία, συγκροτείται µετωπικά βάσει ενός εναλλακτικού προγράµµατος κοµβικών στόχων αποτροπής της καταστροφής, που θα συσπειρώσει την πλειοψηφία του λαού για να αποτινάξει το ζυγό του ευρώ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ∆ΝΤ και να κατακτήσει διαµιάς διαγραφή του χρέους, των µνηµονίων και των δανειακών συµβάσεων, λαϊκή κυριαρχία, εθνικό έλεγχο στη νοµισµατική και οικονοµική πολιτική, εθνικοποίηση των τραπεζών και των τοµέων στρατηγικής σηµασίας, αναδιανοµή του εισοδήµατος υπέρ των εργαζόµενων και ριζικό εκδηµοκρατισµό όλης της κοινωνίας.
Ο δρόµος αυτός προϋποθέτει: Πρώτο, τη δηµιουργική ανάπτυξη – διαλεκτική άρση των κατακτήσεων της επαναστατικής θεωρίας, έτσι που οι άνθρωποι να µπορούν να περιγράφουν, να εξηγούν επιστηµονικά την ιστορία και την κοινωνία της εποχής µας και να προβλέπουν προς τα πού οφείλει να βαδίσει η ανθρωπότητα, αν δεν θέλει να αυτοκαταστραφεί στην περιδίνηση των κρίσεων, των αδιεξόδων και των πολέµων της κεφαλαιοκρατικής βαρβαρότητας. ∆εύτερο, την κριτική αποτίµηση της πορείας των πρώιµων σοσιαλιστικών επαναστάσεων του 20ού αιώνα, η ήττα των οποίων δεν σήµανε το «τέλος της ιστορίας», τον αιώνιο θρίαµβο της κεφαλαιοκρατικής εκµετάλλευσης και καταπίεσης, αλλά µόλις έναν πρώτο ιστορικό κύκλο, µιαν εποχή του πραγµατικού επαναστατικού κινήµατος. Τρίτο, τη διάγνωση των ανειρήνευτων αντιθέσεων, των ιστορικών ορίων, των καταστροφικών αδιεξόδων, αλλά και των δηµιουργικών δυνάµεων χειραφέτησης της εργασίας που φέρνει στο προσκήνιο το σύγχρονο κεφαλαιοκρατικό σύστηµα της ιµπεριαλιστικής παγκοσµιοποίησης µε την ανισοµερή του ανάπτυξη. Τέταρτο, τον όλο και πιο άρτιο και σαφή θετικό προσδιορισµό ενός άλλου τύπου ανάπτυξης, της επαναστατικής ενοποίησης της ανθρωπότητας, της κοµµουνιστικής προοπτικής, που θα την καθαρίσει από το στίγµα και τα συµπλέγµατα της πρώτης ήττας και θα την αναβαθµίσει εκ νέου σε ζωτικής σηµασίας ιδεώδες για τη νεολαία και την ανθρωπότητα. Οι νέες στρατιές τής όλο και πιο κοινωνικοποιούµενης δηµιουργικής εργασίας, από κοινού µε αυτές της εκτελεστικού τύπου εργασίας, εξοπλισµένες µε αντίστοιχη της εποχής γνώση, συνείδηση, πολιτισµό και οργάνωση, θα φέρουν σε πέρας τα πολυσύνθετα καθήκοντα των επικείµενων νικηφόρων αγώνων για τις πρώιµες, ώριµες και ύστερες σοσιαλιστικές επαναστάσεις, για την ενοποίηση της ανθρωπότητας.
Στις µέρες µας είναι επιτακτική ανάγκη η συµβολή εκείνων των κοµµουνιστικών δυνάµεων, που συνδέουν µε συνέπεια και συνέχεια κάθε βήµα του αγώνα, µε τη σοσιαλιστική προοπτική, που αντιλαµβάνονται τα καθήκοντα της εποχής και της συγκυρίας, ανταποκρινόµενες µε σεµνότητα, ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση σε αυτά. Ωστόσο, οι δυνάµεις αυτές θα αυτοακυρώνονταν εάν έθεταν ως προαπαιτούµενο για τη σύµπηξη του µετώπου και την προώθηση των διεκδικήσεών του την κοµµουνιστική προοπτική, εάν µετέτρεπαν την τελευταία σε κραυγαλέα προµετωπίδα αριστερής, αντικαπιταλιστικής, σοσιαλιστικής, κοµµουνιστικής κ.ο.κ. «καθαρότητας».
Η κλιµάκωση του µετωπικού αγώνα, µε τη σειρά της, είναι αυτή που θα συµβάλλει οργανικά στην ωρίµανση των όρων για τον αντίστοιχο της εποχής κοµµουνιστικό φορέα. Ακριβώς επειδή η εποχή και η συγκυρία απαιτούν τη συνειδητοποίηση των παραπάνω, την αυτοκριτική ενός κύκλου του κινήµατος που κλείνει ανεπιστρεπτί και την αφετηρία της διαλεκτικής του άρσης, της σταδιακής αναβάθµισής του σε αντίστοιχο της εποχής κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισµικό υποκείµενο, σκοπός της συλλογικότητας για την «επαναστατική ενοποίηση» της ανθρωπότητας είναι να συµβάλλει θεωρητικά, ιδεολογικά και πρακτικά στη διάγνωση και επίλυση κοµβικών προβληµάτων της εποχής µας, υπό το πρίσµα της κοµµουνιστικής προοπτικής, ώστε να συνεισφέρει µε αταλάντευτη συνέπεια στη διαµόρφωση και ανάπτυξη του κοινωνικοπολιτικού µετώπου, στη βάση του µεταβατικού προγράµµατος προς το σοσιαλισµό, καλλιεργώντας άλλου τύπου σχέσεις εντός του κινήµατος, πέρα από τις άγονες αντιπαραθέσεις και περιχαρακώσεις, καταδεικνύοντας σηµεία σύγκλισης µεταξύ των δυνάµεων ριζοσπαστικής και επαναστατικής αναφοράς, υπερβαίνοντας διαφοροποιήσεις δευτερεύουσας σηµασίας, που καθηλώνουν, υπονοµεύουν και αποδυναµώνουν το κίνηµα.