του Γιάννη Ελαφρού
Αντίπαλο δέος στην Ιερή Συμμαχία κυβέρνησης – κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ
Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις. Η εικόνα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ να χαριεντίζεται µε τον πρόεδρο του ΣΕΒ την ώρα που η Χαλυβουργική έθετε σε διαθεσιµότητα 200 εργάτες και οι βιοµήχανοι σε όλη την Ελλάδα επιτίθενται µε βαρβαρότητα στους εργαζόµενους ήταν πολλαπλά αποκαλυπτική. Να λοιπόν που η υποστήριξη στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση πηγαίνει µαζί µε τις καλές σχέσεις µε το ντόπιο κεφάλαιο στην αναζήτηση µιας «παραγωγικής ανασυγκρότησης» που θα κερδίσουν και αφεντικά και εργαζόµενοι και οι «ευρωπαίοι εταίροι µας». Πώς το έλεγε ο Γιωργάκης; Γουίν – Γουίν;
Αλήθεια, τέσσερα χρόνια σκληρών αγώνων µετά, µε «αίµα και δάκρυα» από το λαό, µας αξίζει µια άλλη Αριστερά. Όχι η διαχείριση, η ευρωυποταγή, η ταξική συνδιαλλαγή, ο «µεγάλος µύλος που όλα τα αλέθει» (από αριστερούς αγωνιστές µέχρι ρετάλια του ΠΑΣΟΚ και αναβαπτισµένους εθνικιστές), η κινηµατική αφλογιστία. Ούτε βέβαια, αυτό που πρεσβεύει το ΚΚΕ, το οποίο αρνείται πεισµατικά την ανάγκη ενός ανατρεπτικού αντικαπιταλιστικού προγράµµατος και θυσιάζει την τακτική, το κίνηµα και την κοινή δράση µε τις µαχόµενες δυνάµεις στην αυταπάτη αναπαραγωγής της κοµµατικής εξουσίας.
Σήµερα, σε αυτή την καµπή των εξελίξεων, σε αυτή τη βουβή κοινωνική κατάσταση που κρύβει µε ανείπωτο πόνο την κραυγή της και εγκυµονεί κοινωνικές εκρήξεις, µπροστά σε σηµαντικές πολιτικές και εκλογικές µάχες που θα διαµορφώσουν τις τάσεις της επόµενης κρίσιµης περιόδου, η ανάγκη για µια ανατρεπτική και αντικαπιταλιστική Αριστερά έρχεται δυναµικά στο προσκήνιο. Για µια Αριστερά που να εµπνέει, να ξεσηκώνει, να δείχνει έναν άλλο δρόµο, χωρίς µνηµόνια, χρέος, ευρώ, ΕΕ, χωρίς εκµετάλλευση τελικά.
∆εν χωρούν άλλες αυταπάτες. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ για να διευκολύνει αυτή την πορεία πρότεινε τη µετωπική συµπόρευση των δυνάµεων της αντικαπιταλιστικής, αντιιµπεριαλιστικής και αντιΕΕ Αριστεράς. Απευθύνθηκε πλατιά, σε δυνάµεις και αγωνιστές, αλλά και πιο συγκεκριµένα στις δυνάµεις που έδειξαν ενδιαφέρον, όπως το Σχέδιο Β, το ΕΕΚ, αγωνιστές από το Σύλλογο «Γ. Κορδάτος», τον Όµιλο Επαναστατικής Θεωρίας, διανοούµενους και συνδικαλιστές.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στάθηκε µε αίσθηµα ευθύνης απέναντι στην αναγκαιότητα της µετωπικής συµπόρευσης, γνωρίζοντας ότι υπάρχουν σοβαρές πολιτικές διαφορές µεταξύ των δυνάµεων στις οποίες απευθύνθηκε. Με ειλικρινή ενωτική λογική αλλά και απαιτητικότητα στο αναγκαίο πολιτικό πλαίσιο, που είναι ικανό να αναµετρηθεί µε τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα της επίθεσης κυβέρνησης – κεφαλαίου – ΕΕ – ∆ΝΤ. Για µια συµπόρευση που θα αναδειχθεί σε πορεία στο αντίπαλο δέος της σύγχρονης αντιδραστικής Ιερής Συµµαχίας, απαντώντας στην πρόκληση Σαµαρά, Μπαρόζο και σία πως «όσοι λένε έξω από το ευρώ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι ακραίοι». Για µια Αριστερά της ανατροπής, όχι κοινωνικά ουδέτερη αλλά εκφραστή των συµφερόντων των εργαζοµένων και των φτωχών λαϊκών στρωµάτων και όχι γενικά της «εθνικής σωτηρίας», µε επικεφαλής τον ΣΕΒ.
Φτάνοντας πλέον σε ένα κρίσιµο κόµβο και λαµβάνοντας υπόψη και τις διαφορετικές προσεγγίσεις άλλων δυνάµεων, η Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ κατέθεσε ένα σχέδιο κοινής πολιτικής δήλωσης. Εκεί σηµειώνεται η πολιτική επιδίωξη της συγκρότησης ενός πλατιού κοινωνικού και πολιτικού µετώπου για «την ανατροπή της επίθεσης της κυβέρνησης, της ΕΕ και του ∆ΝΤ, σε µια έξοδο από την κρίση προς όφελος της εργαζόµενης λαϊκής πλειοψηφίας». Στο κείµενο υπάρχει σαφέστατη τοποθέτηση για το ρόλο της ΕΕ: «Η ΕΕ είναι ένα σύστηµα ιµπεριαλιστικής ενοποίησης που δεν αλλάζει ούτε µεταρρυθµίζεται. Ειδικά σήµερα, που η ΕΕ και το ευρώ µεταλλάσονται σε ακόµη πιο βάρβαρη “φυλακή των λαών”, η απειθαρχία στις συνθήκες τους, η πάλη εναντίον της ΕΕ και του ευρώ αναδεικνύονται σε καθοριστικούς κρίκους των αγώνων». Περιλαµβάνονται οι κρίσιµοι πολιτικοί στόχοι ανατροπής (µεταξύ αυτών η «µονοµερής κατάργηση των µνηµονίων και των δανειακών συµβάσεων, καθώς και όλων των νόµων και ρυθµίσεων που επιβλήθηκαν µε βάση αυτά» και «η στάση πληρωµών στους δανειστές, η µη αναγνώριση και διαγραφή του χρέους») και διατυπώνονται µε σαφήνεια οι πολιτικοί στόχοι ρήξης µε την ΕΕ: «Η έξοδος από το ευρώ, ως αναγκαίο, βασικό βήµα για µια νοµισµατική, δηµοσιονοµική και οικονοµική πολιτική που θα υπηρετεί τις εργατικές και λαϊκές ανάγκες· η απειθαρχία στις συνθήκες, η ρήξη και έξοδος από την ΕΕ για την κατάργηση των µνηµονίων και των δανειακών συµβάσεων, για την υπεράσπιση των λαϊκών συµφερόντων. Στόχος µας είναι η ισότιµη και αµοιβαία επωφελής συνεργασία των λαών σε διεθνιστική βάση».
Ειδικά όσον αφορά το σηµείο αυτό, που έχει αναδειχθεί κοµβικό, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεκαθαρίζει ότι το αναγκαίο σήµερα είναι η σαφής, ξεκάθαρη έκφραση του πολιτικού στόχου της αποδέσµευσης – εξόδου και από το ευρώ και από την ΕΕ.
Ξεκαθαρίζεται επίσης ότι το πρόγραµµα αυτό «µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τη δύναµη του πανεργατικού-παλλαϊκού ξεσηκωµού, από ένα ταξικά ανασυγκροτηµένο εργατικό λαϊκό κίνηµα, µε την κοινή δράση των µαχόµενων δυνάµεων της Αριστεράς, που θα υπερβεί τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες των ΓΣΕΕ-Α∆Ε∆Υ». Τίθεται ως «άµεσος πολιτικός στόχος η ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής ΕΕ-∆ΝΤ-ντόπιου κεφαλαίου, της δικοµµατικής τους κυβέρνησης και κάθε κυβέρνησης µε αντιλαϊκή πολιτική. Σηµειώνεται ότι η πάλη για την πραγµατοποίηση του προγράµµατος ανοίγει το δρόµο «για βαθύτερες επαναστατικές αλλαγές σε ρήξη µε τον καπιταλισµό σε µια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική». Ακόµα ξεκαθαρίζεται ότι «όποια κυβέρνηση δεν έλθει σε ρήξη µε τη λογική της διαχείρισης του συστήµατος και της κρίσης του, µε την Ευρωζώνη και την ΕΕ, και αποδεχθεί το χρέος, αναγκαστικά θα εφαρµόσει ένα καθεστώς λιτότητας µε τη µια ή την άλλη µορφή. Γι’ αυτό και δεν αποτελεί λύση µια κυβέρνηση, σαν κι αυτή που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ».
Πάνω σε αυτή την επεξεργασµένη και τεκµηριωµένη πρόταση απαιτούνται πλέον καθαρές και τελικές απαντήσεις.