του Γιάννη Ελαφρού
Πυκνώνει η δράση των δυνάµεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε όλα τα επίπεδα, τόσο σε αυτά των µαζικών λαϊκών αγώνων (πανεπιστήµια, Υγεία, πλειστηριασµοί κ.λπ.) όσο και σε αυτά των πολιτικών πρωτοβουλιών. Στη συνεδρίαση της Κεντρικής Συντονιστικής Επιτροπής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις 5 Δεκέµβρη τέθηκε ιδιαίτερα ψηλά στις προτεραιότητες η αναγκαιότητα ανάπτυξης της πάλης κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µε αιχµή το στόχο εξόδου από το ευρώ και την ΕΕ, ιδιαίτερα από τις αρχές του 2014, καθώς η Ελλάδα αναλαµβάνει την προεδρία της ΕΕ το πρώτο εξάµηνο του νέου έτους. Η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει την προεδρία για να προβάλλει το «έργο» της και να ενισχύσει το δίληµµα «µέσα ή έξω από το ευρώ και την ΕΕ». Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα παλέψει για να φέρει στο προσκήνιο τη µαζική αντιΕΕ διάθεση του λαού, προκειµένου να συγκροτηθεί µαζικό κίνηµα κατά της επιδροµής κυβέρνησης- ΕΕ-ΔΝΤ και ειδικά κατά της αντιδραστικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ, «σηκώνοντας το γάντι» και υψώνοντας τη σηµαία της ρήξης και της εξόδου από ευρώ και ΕΕ. Για το σκοπό αυτόν, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συµβάλει στη συγκρότηση µιας πλατιάς µαζικής κοινωνικοπολιτικής πανελλαδικής πρωτοβουλίας µε στόχο την πλατιά συσπείρωση αγωνιστών, συνδικάτων, κινήσεων και φορέων του µαζικού κινήµατος και πολιτικών οργανώσεων της Αριστεράς. Η ΚΣΕ αποφάσισε να ανταποκριθεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε σχετική πρόσκληση της Πρωτοβουλίας κατά του Ευρώ και της ΕΕ για τη συγκρότηση αυτής της κίνησης. Την Πέµπτη έγινε µια πρώτη συνάντηση της Πρωτοβουλίας κατά του Ευρώ και της ΕΕ, όπου αποφασίστηκε να πραγµατοποιηθεί µαζική ανοικτή σύσκεψη την ερχόµενη εβδοµάδα, µε επιδίωξη στις αρχές Ιανουαρίου να οργανωθούν οι πρώτες εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις κατά της ελληνικής προεδρίας, για την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ.
Ταυτόχρονα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προχωρά στην κλιµάκωση της πολιτικής της παρέµβασης για τη µετωπική πολιτική συµπόρευση των δυνάµεων της αντικαπιταλιστικής, αντιιµπεριαλιστικής, αντιΕΕ, αντιδιαχειριστικής Αριστεράς. Η ΚΣΕ αποφάσισε να προχωρήσει άµεσα σε διµερείς επαφές µε όλες τις δυνάµεις που ενδιαφέρονται, µε στόχο την πραγµατοποίηση κοινής σύσκεψης όλων των δυνάµεων, για τη συνολική και αποφασιστική προώθηση της µετωπικής συµπόρευσης. «Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πάει στις συναντήσεις αυτές µε υλικά την απόφαση της συνδιάσκεψης, την οµόφωνη πρόταση της ΚΣΕ µετά τη σύσκεψη της 3ης Οκτώβρη για έκδοση κοινής δήλωσης και την πρόσφατη απόφαση του Πανελλαδικού Συντονιστικού Οργάνου» τονίζεται στην απόφαση της ΚΣΕ. Αξίζει να σηµειωθεί ότι η απόφαση του ΠΣΟ έθεσε µε σαφήνεια το πολιτικό πλαίσιο που είναι αναγκαίο για τη µετωπική πολιτική συµπόρευση και τις «κόκκινες γραµµές» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ΚΣΕ καλεί επίσης τις τοπικές και κλαδικές επιτροπές του µετώπου να προωθήσουν τη λογική της µετωπικής συµπόρευσης «από τα κάτω» µε κοινές πρωτοβουλίες, εκδηλώσεις κ.ο.κ. µαζί µε αγωνιστές του εργατικού κινήµατος ή των κινηµάτων που αναπτύσσονται στις γειτονιές.
Σύσκεψη για τη µετωπική πολιτική συµπόρευση κάλεσε για την Τετάρτη στα γραφεία του το Σχέδιο Β, παρά το γεγονός ότι είναι σε εξέλιξη πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εντύπωση προκάλεσε επίσης το ότι δεν προσκαλούνται όλες οι δυνάµεις που είχαν λάβει µέρος στις συσκέψεις και στις επαφές µέχρι τώρα (π.χ. ΕΕΚ). Από την πλευρά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι καθαρό ότι η διαδικασία πρέπει να είναι ανοιχτή σε κάθε δύναµη και αγωνιστή που ενδιαφέρεται και θέλει να συµβάλλει. Όσο για το αναγκαίο πολιτικό πλαίσιο, υπογραµµίζεται ότι η ένταση της κανιβαλικής επίθεσης του κεφαλαίου και η ραγδαία φτωχοποίηση εκτεταµένων στρωµάτων της εργατικής τάξης, των εργαζοµένων και του λαού φέρνουν στην πρώτη γραµµή τους πολιτικούς στόχους για την επιβίωση, την αξιοπρεπή εργασία και την ανθρώπινη ζωή των εργαζοµένων, για αυξήσεις στους µισθούς και τις συντάξεις, για να πληρώσουν το κεφάλαιο και τα µονοπώλια. Απαιτείται ενίσχυση του ταξικού αντικαπιταλιστικού περιεχοµένου και όχι µια λογική που παραπέµπει αόριστα σε µια «εθνική σωτηρία», µε τους εργαζόµενους και πάλι κωπηλάτες. Απαραίτητο γι’ αυτό όµως είναι να σπάσουν τα δεσµά των µνηµονίων και των νόµων τους, του χρέους και του σχηµατισµού ευρώ-ΕΕ. Απ’ αυτή την άποψη, ο στόχος της παύσης πληρωµών και της διαγραφής του χρέους έχει πολιτική αµεσότητα και δεν µπορεί να αντιµετωπίζεται ως ζήτηµα «προοπτικής». Επίσης, η ρήξη και αποδέσµευση από το ευρώ και την ΕΕ αποτελούν προϋπόθεση για τις αναγκαίες ριζικές εργατικές και λαϊκές τοµές που απαιτούνται σήµερα.