Κλιμάκωση της αντιφασιστικής πάλης σε σύνδεση με τον αγώνα ενάντια στον ολοκληρωτισμό
του Μιχάλη Παπαμακάριου
Η υπόθεση της ναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής, σφράγισε δίχως αμφιβολία τις πολιτικές εξελίξεις την εβδομάδα που πέρασε, προκαλώντας ποικίλες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ο Σαμαράς σε μια προσπάθεια να προδιαγράψει το πολιτικό πλαίσιο της περιόδου μίλησε για «δικαιοσύνη – σταθερότητα – όχι εκλογές». Βέβαια δεν έμεινε μόνο σε αυτό το τρίπτυχο, αλλά έσπευσε λίγες ημέρες αργότερα από τις ΗΠΑ να δηλώσει ότι «πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το άλλο άκρο, που μιλάει για έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ», δείχνοντας ποιον θεωρεί πραγματικό του εχθρό το κυβερνητικό μπλοκ και η αστική τάξη.
Η σύλληψη των στελεχών της ναζιστικής συμμορίας και το «μπαίνουν – βγαίνουν» στις φυλακές, μπορεί να καθήλωσε και πάλι τον κόσμο μπροστά από τις τηλεοπτικές οθόνες, περιορίζοντας ως ένα βαθμό και ελπίζουμε στιγμιαία, το κύμα των πολύ μαζικών αντιφασιστικών διαδηλώσεων, ωστόσο φάνηκε ακόμα μια φορά ότι η δικαιοσύνη για την οποία μιλά ο Σαμαράς έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Η πλειοψηφία των φασιστών συλληφθέντων αφέθηκε ελεύθερη, τη στιγμή που άνθρωποι από τις Σκουριές και την Ιερισσό κρατούνται στη φυλακή. Δεν θυμόμαστε ανάλογη «εφαρμογή των νόμων» στη περίπτωση του Κώστα Σακκά, ο οποίος μετά από προφυλάκιση τριάντα δύο μηνών, παραλίγο να πεθάνει για να ισχύσουν οι νόμοι… Όχι πως μας έκανε καμία έκπληξη, όπως σε πολλούς όψιμους αντιφασίστες, απλά επιβεβαίωσε την τοποθέτησή μας, από αυτές εδώ τις στήλες, ότι το φασισμό μπορεί να τον συντρίψει μόνο το λαϊκό κίνημα.
Από αυτή την άποψη, όχι μόνο πρέπει να συνεχιστούν οι αντιφασιστικές πρωτοβουλίες και κινητοποιήσεις που έγιναν σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και τις γειτονιές της Αθήνας όλες τις προηγούμενες ημέρες, αλλά θα πρέπει να βαθύνουν και να συνδεθούν περισσότερο με την πάλη ενάντια στο κυοφορούμενο κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό, στον εκφασισμό δηλαδή του ίδιου του αστικού κράτους και της κυβέρνησης, που ετοιμάζεται να βγάλει «εκτός νόμου» όσους παλεύουν για μια Ελλάδα έξω από τη λυκοσυμμαχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ιμπεριαλιστικό ΝΑΤΟ.
Η πάλη για το ξερίζωμα των χρυσαυγιτών από τις γειτονιές, τους χώρους δουλειάς, τα σχολεία και τις σχολές, πρέπει να συνοδεύεται από την απόκρουση των επίσημων ταγμάτων εφόδου του κράτους, των ΜΑΤ, ΔΙΑΣ, ΔΕΛΤΑ και την πάλη για τη διάλυσή τους. Με άλλα λόγια, η αντιφασιστική πάλη θα είναι αποτελεσματική και ολοκληρωμένη μόνο όταν θα συγχωνεύεται με την πάλη για τα εργατικά δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες, που απαιτεί η εποχή μας και υπερβαίνουν τον ορίζοντα της κουτσουρεμένης πλέον αστικής δημοκρατίας.
Η σταθερότητα την οποία διαλαλεί ο Σαμαράς, δεν αφορά τίποτα άλλο από τη μονιμοποίηση της εξαθλίωσης, η οποία αναπτύσσεται ταχύτατα σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Οι προβλέψεις του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ για 30% ανεργία, δηλαδή 2,3 εκατομμύρια ανέργους, μέχρι το τέλος τους 2013, δεν απέχει από την πραγματικότητα. Το πρόσφατο λουκέτο στη Σπρίντερ με αποτέλεσμα να οδηγηθούν στην ανεργία άλλοι 800 εργαζόμενοι και τόσα άλλα μικρά καθημερινά λουκέτα, είναι η ουσία του κυβερνητικού «success story». Δεν υπέπεσε στην αντίληψή μας αν ο κύριος Γεωργιάδης που κατά τα λεγόμενά του «εκπροσωπεί» τον ιδιωτικό τομέα, πήρε κάποια πρωτοβουλία ώστε να βρουν δουλειά οι απολυμένοι της Σπρίντερ.
Το δίλημμα «σταθερότητα ή χάος», που επιχειρεί η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να επιβάλει στην πολιτική ατζέντα, τη στιγμή μάλιστα που όλα δείχνουν νέο πακέτο μέτρων, ισχύει βέβαια και για τα δύο συνθετικά του, αλλά με διαφορετικούς αποδέκτες. Σταθερότητα για τα κέρδη των επιχειρήσεων και τις πληρωμές των τοκογλύφων της χρεομηχανής, σταθερότητα η οποία βέβαια χρειάζεται το «σιδερένιο χέρι» του αυταρχισμού, του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού και βέβαια της εργοδοτικής τρομοκρατίας των απολύσεων κατά το δοκούν, όπως άλλωστε ζήτησε και η τρόικα. Από την άλλη, χάος και καταστροφή για τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τις ανάγκες και τα δικαιώματα τους.
Το πραγματικό δίλημμα για τον κόσμο της δουλειάς και τη νεολαία είναι «σταθερότητα της εξαθλίωσης ή ανατροπή της». Ανατροπή της εξαθλίωσης με ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα και μια ισχυρή αντικαπιταλιστική – κομμουνιστική Αριστερά. Από αυτή την άποψη, απάντηση στη επίθεση της κυβέρνησης με τα παλιά και τα νέα της μέτρα, είναι καταρχήν και άμεσα η ανάπτυξη συντονισμένων αγώνων στους χώρους δουλειάς τόσο του δημόσιου τομέα ενάντια στις απολύσεις, όσο και στο ιδιωτικό τομέα ενάντια στα λουκέτα, τις απολύσεις και την απλήρωτη δουλειά. Η σύνδεση των αγώνων αυτών με την πάλη του λαού για τα δημόσια αγαθά και τον αντιφασιστικό – αντιαυταρχικό αγώνα για τις λαϊκές ελευθερίες. Ο σχεδιασμός της ΓΣΕΕ, αλλά και του ΠΑΜΕ για πανεργατική απεργία στα τέλη Οκτωβρίου, απέχει έτη φωτός από αυτή την ανάγκη.
Ταυτόχρονα, η ανάπτυξη ενός πολιτικού αντίπαλου δέους στην κυβέρνηση και τον αστικό κόσμο, δηλαδή η ισχυροποίηση μιας επικίνδυνης για το σύστημα αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, η οποία θα αποτελεί την πολιτική ραχοκοκαλιά του κινήματος, θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά στη δύναμη των εργαζομένων και της νεολαίας.
Η ανάπτυξη και οργάνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τα θετικά μηνύματα της σύσκεψης οργανώσεων και αγωνιστών της προηγούμενης Πέμπτης για την πολιτική συμπόρευση του ευρύτερου ανατρεπτικού και αντικαπιταλιστικού χώρου, αποτελούν σημαντικά βήματα σε αυτή τη κατεύθυνση.
Αλλά η ανατροπή χρειάζεται στρατηγική και το αντίστοιχο μαζικό στρατηγείο της. Η πορεία του ΝΑΡ και της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, μαζί με αρκετούς, παλιούς και νέους αγωνιστές του κομμουνιστικού κινήματος, προς το 3ο Συνέδριο του ΝΑΡ, στις 29-30 Νοέμβρη και 1 Δεκέμβρη, για τη σύγχρονη κομμουνιστική προοπτική, και το φορέα της, επιχειρεί να συμβάλλει σε αυτό το ζητούμενο.