της Κατερίνας Σταυρούλα
Με τίποτε δεν βγαίνει κυβέρνηση στην Ιταλία! Όλες οι πρωτοβουλίες του προέδρου της Δημοκρατίας πέφτουν στο κενό, με τον κερδισμένο των τελευταίων εκλογών, Μπέπε Γκρίλο, να επιτίθεται σε πολιτικούς και δημοσιογράφους χαρακτηρίζοντάς τους «ψυχιατρικές περιπτώσεις».
Μόνο ένας ψυχικά ασθενής θα είχε διακαή πόθο να κυβερνήσει αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο Τζόρτζιο Μπερσάνι, ενώ λευκός καπνός εβδομάδες τώρα δεν βγαίνει από την καμινάδα του Κυρηνάλιου προεδρικού μεγάρου της Ιταλίας, όπου είναι στραμμένα τα βλέμματα των πολιτών της χώρας αλλά και της Ευρώπης. Ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας καλείται να αποφασίσει για την επόμενη μέρα της χώρας, αλλά οι δηλώσεις του δεν κρύβουν το πολιτικό αδιέξοδο. «Θέλω να είμαι σαφής. Είμαι έτοιμος να αναλάβω μια τεράστια ευθύνη, αλλά ζητώ από όλους τους άλλους να αναλάβουν λίγη και οι ίδιοι», συνεχίζει τις εκκλήσεις χωρίς αποτέλεσμα ο Μπερσάνι.
Τα αποτελέσματα των εκλογών του Φεβρουαρίου έφεραν τη χώρα μπροστά σε τέτοιο πολιτικό αδιέξοδο, που εβδομάδες μετά, με τις εντολές σχηματισμού κυβέρνησης να έχουν περάσει από τα χέρια των πολιτικών αρχηγών χωρίς αποτέλεσμα, ο πρόεδρος της χώρας καλείται να λύσει τον γόρδιο δεσμό. Οι πολίτες άλλωστε δήλωσαν ξεκάθαρα στις εκλογές πως όπως και στον υπόλοιποι Νότο, έτσι και στην Ιταλία, το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα έχει χάσει κάθε αξιοπιστία. Έτσι η μεγάλη Παρασκευή βρήκε τους αρχηγούς των ιταλικών κομμάτων σε διαρκή διαβούλευση, ενώ το Πάσχα των Καθολικών δεν μοιάζει να κυοφορεί τη θαυματουργή λύση.
Μετά από μια εβδομάδα συζητήσεων με όλο το πολιτικό φάσμα της χώρας, ούτε ο γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι κατάφερε να καταλήξει σε συμφωνία κυβέρνησης συνεργασίας, επιστρέφοντας την εντολή στον πρόεδρο Ναπολιτάνο. Ως συνέπεια, την Παρασκευή νέες διαβουλεύσεις πραγματοποιήθηκαν στο προεδρικό μέγαρο μεταξύ του προέδρου και των πολιτικών αρχηγών, συμπεριλαμβανόμενου του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και του Τζόρτζιο Μπερσάνι. Ο Μπερλουσκόνι γρήγορα απέρριψε την πιθανότητα να στηρίξει μια κυβέρνηση τεχνοκρατών, στα πρότυπα της κυβέρνησης Μόντι. Με τα αποτελέσματα των εκλογών να δίνουν στον Μάριο Μόντι ένα ποσοστό της τάξεως του 10,6%, η αποδοκιμασία των Ιταλών ψηφοφόρων προς την επιλογή της ΕΕ να αντικαθιστά τους εκλεγμένους ηγέτες των χωρών της Ευρώπης με «ειδικούς» πρωθυπουργούς έκτακτης ανάγκης είναι τόσο ξεκάθαρη που ο σταθερά λαϊκιστής Καβαλιέρε δεν θα μπορούσε να αντιδράσει διαφορετικά.
«Η στάση μας είναι να τηρήσουμε αυτό που υποδεικνύουν οι κάλπες: Μια ευρεία συμμαχία μεταξύ όλων των διαθέσιμων δυνάμεων… μια απολύτως πολιτική κυβέρνηση, δεδομένης της αρνητικής και τραγικής εμπειρίας που είχαμε από την κυβέρνηση τεχνοκρατών», δήλωσε ο Μπερλουσκόνι την Παρασκευή. Ταυτόχρονα, εξέφρασε στον πρόεδρο της Δημοκρατίας την πάγια θέση του κόμματός του: «Οι δύο κύριες συμμαχίες, της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς, πρέπει να συμβάλουν στο να συσταθεί κυβέρνηση ευρείας συμμετοχής, με τη στήριξη και της συμμαχίας του Μάριο Μόντι και της Λέγκας» .
Αρνητικά απάντησε η κεντροαριστερά στην Ιταλία στην πρόταση Μπερλουσκόνι για το σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, με τη συμμετοχή της κεντροδεξιάς συμμαχίας υπό το κόμμα Λαός της Ελευθερίας (PdL) και της κεντροαριστερής παράταξης υπό το Δημοκρατικό Κόμμα (PD). Δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός μετέδωσε ότι «ο Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συναινέσει στην συμμετοχή κεντροδεξιών υπουργών σε κυβέρνηση υπό τον ίδιο». Την ίδια στιγμή ο Λουίτζι Ζάντα, ένα από τα κορυφαία στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος δήλωνε ξεκάθαρα σε τοπικό κανάλι πως του είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί μια συμμαχία με το κόμμα Λαός της Ελευθερίας (PDL) του Μπερλουσκόνι: «Υπάρχουν πολλά και σοβαρά ζητήματα στην πολιτική του PDL τα οποία απέχουν έτη φωτός από τις θέσεις του Δημοκρατικού Κόμματος».
Από την πλευρά του ο Μπέπε Γκρίλο, επικεφαλής του Κινήματος των πέντε αστέρων, που επίσης συνομίλησε με τον Ναπολιτάνο την Παρασκευή, συνεχίζει να δηλώνει την άρνησή του να στηρίξει μια κυβέρνηση με επικεφαλής τα δύο κόμματα που οδήγησαν την Ιταλία στην κοινωνική και οικονομική κρίση. «Ψήφος εμπιστοσύνης μόνο σε δική μας κυβέρνηση», επιμένει ο Γκρίλο, που δεν διστάζει στο μπλογκ του να δυναμιτίζει την πολιτική σκηνή, χαρακτηρίζοντας του πολιτικούς αλλά και τους δημοσιογράφους «ψυχιατρικές περιπτώσεις».
Με την κατάσταση να μοιάζει ανεπίλυτη, ο πρόεδρος της Ιταλίας θα πρέπει να αποφασίσει μεταξύ της προσπάθειας δημιουργίας «κυβέρνησης ευρείας συμμετοχής» ή «κυβέρνησης ειδικού σκοπού», αναθέτοντας την εντολή σχηματισμού της σε πρόσωπο το οποίο να μην προέρχεται από πολιτικό κόμμα και της παραίτησής του. Ο στόχος παραμένει η δημιουργία έστω μιας μεταβατικής κυβέρνησης, ώστε να αλλάξει τον εκλογικό νόμο για να προκύψει μια πιο εύκολη πλειοψηφία στις επόμενες εκλογές, αλλά τα περιθώρια επίτευξής του στενεύουν. Παρόλ’ αυτά, στον ιταλικό Τύπο εμφανίζονται ονόματα αξιωματούχων που θα μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο του συναινετικού πρωθυπουργού που θα μπορέσει να δώσει ένα εύλογο χρονικό περιθώριο μέχρι την προκήρυξη εκλογών.
Αναλυτές εκτιμούν και με αφορμή το γεγονός ότι το καθολικό Πάσχα κρατά κλειστή τη χρηματιστηριακή αγορά μέχρι την Τρίτη, ότι η όποια απόφαση του προέδρου, ακόμα και η περίπτωση να παραιτηθεί, θα καθυστερήσει, δίνοντάς του τη δυνατότητα να εξαντλήσει κάθε περιθώριο. Το γεγονός ότι η θητεία του λήγει στα τέλη του Μαΐου αποτελεί άλλο ένα ζήτημα που περιπλέκει επιπλέον την υπάρχουσα κατάσταση. Το σύνταγμα της Ιταλίας εμποδίζει έναν πρόεδρο να προκηρύξει εκλογές τις τελευταίες εβδομάδες της θητείας του. Αυτό σημαίνει πως για να ξαναπάνε οι Ιταλοί στις κάλπες θα πρέπει πρώτα οι βουλευτές να εκλέξουν τον επόμενο πρόεδρο, ο οποίος θα έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει στη διάλυση της Βουλής. Ταυτόχρονα, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως μετά τα εκλογικά αποτελέσματα οι ελίτ Ιταλίας και Ευρώπης θέλουν να ξαναδώσουν έστω και αυτή την περιορισμένη δυνατότητα έκφρασης στους πολίτες της χώρας.
Σχολιάζοντας τις προκλήσεις που έχει μπροστά της η όποια νέα κυβέρνηση της Ιταλίας, ανώτερο στέλεχος της Τράπεζας της Ιταλίας και ο επικεφαλής της στατιστικής υπηρεσίας της Ιταλίας, ISTAT, τόνισαν ότι οι πρόσφατες αισιόδοξες προβλέψεις της υπηρεσιακής κυβέρνησης για την οικονομία θα πρέπει να αναθεωρηθούν επί τα χείρω. Την ίδια στιγμή, πίεση στη χώρα ασκείται και από το ΔΝΤ. «Ακόμη κι εάν αποδεικνύεται σταθερό, το χρηματοοικονομικό σύστημα της Ιταλίας δεν είναι απρόσβλητο απέναντι στους κινδύνους: η εντεινόμενη αδυναμία της πραγματικής οικονομίας και οι στενοί δεσμοί ανάμεσα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και το χρέος της χώρας εξακολουθούν να παραμένουν οι κυριότεροι κίνδυνοι», εκτιμά το Ταμείο σε έκθεσή του. Είναι εμφανές πως ήρθε η ώρα να επιστρατευτεί η πολιτική εκβιασμών και φόβου για να επιλυθεί και το «Ιταλικό πρόβλημα».
*Σημείωμα ΣΕ: Στην έντυπη έκδοση του Πριν λόγω δικού μας λάθους το κείμενο αποδίδεται σε άλλο συντάκτη. Λυπούμαστε για αυτό.