του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου δεν συγκροτείται μόνο από το κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Το κράτος του ολοκληρωτικού καπιταλισμού είναι πανίσχυρο και ευρύτατο. Εκτός από τους μηχανισμούς του κράτους, αναπτύσσονται μη κρατικοί κρίκοι της πολιτικής εξουσίας.
Πλατιά είναι η αποδοχή της αντίληψης ότι η εξουσία ταυτίζεται με το κοινοβούλιο, τις εκλογές, την κυβέρνηση που αναδεικνύεται απ’ αυτές. Ελάχιστα προέρχεται από το αστικοδημοκρατικό φαίνεσθαι. Κατά βάση καλλιεργείται από την αστική ιδεολογία, που, για να ηγεμονεύσει, φενακίζει τη συνείδηση των εργαζομένων, εγκλωβίζοντάς την στον περίβολο της κυρίως εξουσίας. Η ταύτιση κυβέρνησης και εξουσίας συνδέεται και με την ταύτιση της αστικής δημοκρατίας με τη δημοκρατία και τη λαϊκή εξουσία, αλλά και με την ταύτιση της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής απλώς με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Έτσι, ακόμη και συντηρητικά κόμματα μπορεί να επαγγέλλονται δημοκρατικές και προοδευτικές αλλαγές, και μάλιστα την εποχή του ολοκληρωτικού νεοφιλελευθερισμού, αποσιωπώντας ότι τέτοιες αλλαγές εξαρτώνται από τη βούληση του ευρύτερου και βαθύτερου κράτους, που ασφαλώς δεν τις επιθυμεί.
Αλλά και προοδευτικές κυβερνήσεις μπορεί να βαυκαλίζονται και να βαυκαλίζουν, ταυτίζοντας το ριζικό με το εύκολο, διαβεβαιώνοντας ότι η αλλαγή θα περάσει από τη «βασιλική οδό» της κυβέρνησης. Αναπόφευκτα κατάληξη τέτοιων εγχειρημάτων είναι η ήττα και η συντριβή (βλ. Χιλή – Αλλιέντε) ή συνηθέστερα, η ενσωμάτωση στους κρατικούς και συστημικούς μηχανισμούς (βλ. ΠΑΣΟΚ μεταπολίτευσης). Ιδιαίτερα στο σύγχρονο στάδιο, μια προοδευτική κυβέρνηση (αν προκύψει) τυπικά θα είναι η νόμιμη εξουσία, στην πραγματικότητα όμως θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια συντριπτικά ισχυρότερη δικτατορία του κεφαλαίου. Το κράτος, παρά τα νεοφιλελεύθερα φληναφήματα δεν είναι μικρό και επιτελικό, αλλά κράτος – Λεβιάθαν.
Η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου δεν συγκροτείται μόνον από το κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Περιλαμβάνει τους κρατικούς μηχανισμούς και θεσμούς (κατασταλτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς, ιδεολογικούς – Σύνταγμα και νομικό οπλοστάσιο). Εκτός όμως από τους μηχανισμούς του κράτους, υπάρχουν και αναπτύσσονται μη κρατικοί (τυπικά συνήθως) κρίκοι της πολιτικής εξουσίας: Πολιτικά κόμματα, ιδιωτικά ΜΜΕ, η Εκκλησία, οργανώσεις των κεφαλαιοκρατών (ΣΕΒ, ΙΟΒΕ), αντιδραστικά συνδικάτα και οι ηγεσίες τους, οργανώσεις νεολαίας (φοιτητικές συνήθως), γενικότερα ένα ευρύ δίκτυο φιλοσυστημικών οργανώσεων και συλλόγων, παραστρατιωτικές δυνάμεις (π.χ. συνοριοφύλακες), παρακρατικές οργανώσεις (τύπου Χρυσής Αυγής) που αξιοποιούνται από το κράτος.
Το κράτος αντιστοιχεί σε αυτό που ο Γκράμσι αποκαλούσε πολιτική κοινωνία και οι μη κρατικοί θεσμοί στην κοινωνία των πολιτών. Στα παραπάνω πρέπει να συμπεριληφθούν και άλλα σχετικά διακριτά στοιχεία, λόγω της μεγάλης επιρροής τους στις κρατικές υποθέσεις. Ιδιαίτερη θέση και υπεροχή στην πολιτική εξουσία έχουν οι οργανώσεις των καπιταλιστών, αλλά και οι εξωθεσμικές επεμβάσεις τους σε δικτυακές σχέσεις (διαπλοκή) με το κράτος. Εκτός από την ευρύτατη διαπλοκή, το κεφάλαιο παρεμβαίνει θεσμικά ως κοινωνικός εταίρος, πιέζει και από το παρασκήνιο για τη λήψη αποφάσεων ευνοϊκών γι’ αυτό (βλ. παρεμβάσεις στην τρόικα για την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και των εργοδοτικών εισφορών), ασκεί άμεσες πιέσεις στο πολιτικό σύστημα για τοποθέτηση ανθρώπων του κεφαλαίου σε ανώτατες κυβερνητικές θέσεις (στελέχη τραπεζών, πολυεθνικών, τεχνοκράτες).
Τέλος, ισχυροποιείται έντονα και αυτονομείται ο διεθνής πυλώνας του κράτους. Ιδιαίτερα με την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ελληνικό κράτος αποποιήθηκε ένα μέρος, τουλάχιστον, της κυριαρχίας του (υπεροχή κοινοτικού δικαίου, αποφασιστικός ρόλος του Συμβουλίου Υπουργών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου). Δεν πρόκειται απλώς για παραδοσιακή εξάρτηση, αλλά για οργανική και θεσμική διαπλοκή των οργάνων εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα αντίστοιχα της ελληνικής. Αυτή η διαπλοκή εξελίσσεται σε διαρκή συρρίκνωση της αυτεξουσιότητας του ελληνικού κράτους, ιδιαίτερα με τη δημιιουργία σχέσεων μνημονιακού τύπου.
Σε τέτοιες σχέσεις δεν ετεροκαθορίζεται μόνον η γενική πολιτική του ελληνικού κράτους, αλλά ελέγχεται ολοκληρωτικά η λειτουργία του ακόμη και σε δευτερεύοντα θέματα (βλ. απόσυρση από τον Κουτρουμάνη του νομοσχεδίου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά). Και το πιο ταπεινωτικό (όχι βέβαια για τους Νενέκους Σαμαρά και Βενιζέλο, που σώζουν την πατρίδα γλείφοντας τους δυνάστες – δανειστές) είναι η ωμή και απροκάλυπτη επέμβαση της ηγεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αγαστή ενορχήστρωση υπέρ των υποτακτικών τους, απειλώντας σκαιά αλλά και παραβιάζοντας τους δικούς τους νόμους και τις συμβάσεις (παρακράτηση ενός δισ. ευρώ από τη δόση μας…).
Η τάση ενσωμάτωσης της ιμπεριαλιστικής εξουσίας στα εθνικά κράτη δεν υλοποιείται στα καθ’ ημάς μόνον με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχει ένας ευρύτερος εσμός ιμπεριαλιστικών μηχανισμών και θεσμών που παρεμβαίνει στα πολιτικά μας πράγματα καταλυτικά (ΝΑΤΟ, ρόλος Σούδας, πιέσεις Τουρκίας, G8, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, ΠΟΕ, τράπεζες ιδίως οι παγκόσμιας εμβέλειας, οίκοι αξιολόγησης κ.ά.).
Το κράτος λοιπόν του ολοκληρωτικού καπιταλισμού δεν είναι απλώς ένα ευέλικτο στρατηγείο, ούτε απλώς η εκλεγόμενη κυβέρνηση, όπως φαντασιώνονται αντίστοιχα ο νεοφιλελευθερισμός και ο σοσιαλρεφορμισμός. Απεναντίας, είναι ένα πανίσχυρο και ευρύτατο (με συμπερίληψη των συνιστωσών που αναφέρθηκαν) κράτος που διαπερνά, διευθύνει και χειραγωγεί ολόκληρη την κοινωνία. Παρά τη διεύρυνσή του στον οικονομικό, κοινωνικό, ιδεολογικό τομέα, την ευρεία θέσμιση και μη κρατικών (με την τυπική έννοια) οργάνων, την έκφραση των ταξικών αντιθέσεων στους κόλπους του (π.χ. δημόσιοι υπάλληλοι, εργαζόμενοι σε δημόσιες επιχειρήσεις) και την απορρέουσα ταξική πάλη, το σύγχρονο καπιταλιστικό κράτος δεν κοινωνικοποιείται, δεν διαχέεται, δεν υποτάσσεται στη νομιμότητά του (βλ. εντεινόμενο σήμερα αυταρχισμό, συμμετοχή ακροδεξιών στις κυβερνήσεις, στρατιωτικές επεμβάσεις, αντιμετανασατευτική βία κ.ά.) δεν αποτελεί κράτος – σχέση (αντίληψη ότι το κράτος δεν υπηρετεί την κυρίαρχη τάξη, αλλά γενικά τις τάξεις ανάλογα με τη δύναμη και την επιρροή τους σε αυτό).
Αντίθετα, παρά τη διεύρυνσή του στην κοινωνία, ενισχύεται η αποξένωσή του απ’ αυτήν. Υπηρετεί πιστά το κεφάλαιο και ιδίως τις ηγετικές μερίδες του (πολυεθνικές, τράπεζες), επιβάλλει τη λιτότητα (αλλού λιγότερο, αλλού περισσότερο) φορτώνει την κρίση στους ώμους των εργαζομένων (χαρακτηριστικά τη σωτηρία των πτωχευμένων τραπεζών). Αποκρούει κατά κανόνα και τις μεταρρυθμίσεις, αν και στη ρητορεία του, οι μεταρρυθμίσεις κατέχουν πρωτεύοντα ρόλο. Ονομάζει όμως το κρέας ψάρι. Μεταρρυθμίσεις (ή διαρθρωτικές αλλαγές) ονομάζει τα μέτρα λιτότητας, τις απολύσεις, τους φόρους …δηλαδή τις αντιμεταρρυθμίσεις.
Επικοινωνιακή γοητεία και ελιγμοί
Η κυβερνητική λοιπόν εξουσία δεν είναι το άπαν. Βάσει του αστικού Συντάγματος, κυριαρχεί συνολικά επί του κράτους. Πρόκειται όμως για λεγκαλιστική απάτη ή και αυταπάτη. Η εξουσία ανήκει και ασκείται από το ευρύτερο κράτος – δίκτυο με κυρίαρχο μοχλό τον κατασταλτικό, εγχώριο και διεθνικό, μηχανισμό. Αν μια συντηρητική κυβέρνηση υπόσχεται φιλολαϊκά μέτρα, εξαπατά ασύστολα, γιατί η πραγματοποίησή τους δεν εξαρτάται από την ίδια (αν υποθέσουμε ότι έχει τέτοια πρόθεση), αλλά από την ευρύτερη πολιτική και οικονομική εξουσία, εγχώρια και διεθνή. Οι Σαμαράς και Βενιζέλος, που προβάρουν όψιμα το κουστούμι του «αντιμνημονιακού», υπέκυψαν, κατά δηλώσεις τους, στις πιέσεις των τροϊκανών, γιατί ως δανειστές αυτοί είχαν το μαχαίρι και το πεπόνι. Αφού λοιπόν, θεωρούν ανυπέρβλητο το συσχετισμό δυνάμεων, ο οποίος φυσικά δεν θα αλλάξει, έπεται κατά λογική αναγκαιότητα ότι την ίδια πολιτική θα ακολουθήσουν και τώρα, αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας. Επομένως…
Από την άλλη, για μια προοδευτική κυβέρνηση, αν θέλει να προωθήσει πρόγραμμα προοδευτικών αλλαγών, ο συσχετισμός με την πολιτική εξουσία του κεφαλαίου θα είναι κυριολεκτικά συντριπτικός. Ο αντίπαλος, εγχώριος και διεθνής, δομικά (πολιτική – οικονομία) είναι πανίσχυρος και φυσικά θα ενεργοποιήσει στο έπακρο τις πολλές και ποικίλες δυνάμεις του (ήδη το πράττει). Η αντίδραση θα εκδηλωθεί σε πολιτικό επίπεδο (κρατικοί μηχανισμοί, αστικά κόμματα), οικονομικό (σαμποτάζ σε εθνικό και διεθνές επίπεδο), ιδεολογικό (τρομολαγνική υστερία), ακόμη και σε εθνικό επίπεδο (κινδυνολογία Σαμαρά για επεισόδιο).
Παράλληλα, μια προοδευτική δύναμη, ακόμη κι αν έχει αγαθές προθέσεις, αν άγεται και φέρεται από τη λογική των θεσμών, θα εγκλωβίσει την πάλη της σ’ ένα πεδίο που ο αντίπαλος υπερτερεί συντριπτικά. Είναι αυταπάτη, αν δεν είναι δημαγωγία, ότι με ένα δύο νόμους θα επανέλθουν οι μισθοί στο πρότερο ύψος, αφού είναι βέβαιο ότι στην πράξη ο νόμος θα καταστρατηγείται. Και ηχεί επιεικώς ως παραδοξολογία ότι θα ανατραπεί η πολιτική της λιτότητας και του χρέους στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τη διεθνή συμμαχία που θα συγκροτηθεί με άξονα τον ΣΥΡΙΖΑ! Επειδή ο συσχετισμός αφορά υπαρκτές δυνάμεις, με ποιους θα συγκροτηθεί το μέτωπο; Με τον Ολάντ, τον Ραχόι ή τον Μόντι (για να μην πάμε βορειότερα); Η λύση ακόμη και μιας δευτερεύουσας αντίθεσης (μνημόνιο – αντιμνημόνιο) στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό απαιτεί οξύτατη πάλη. Γι’ αυτό, ελπίδα για μια πολιτική που θα προκαλεί πληγές στο σύστημα, δεν αποτελεί η επικοινωνιακή γοητεία, οι ελιγμοί εντός των θεσμών, η κυβερνητική πλειοψηφία (με το μπόνους των 50 εδρών). Ελπίδα αποτελεί η εστίαση της δράσης για την ανάπτυξη ενός ισχυρού λαϊκού μετώπου και ενός αριστερού αντικαπιταλιστικού μπλοκ, μιας αριστερής πλειοψηφίας, που δεν θα φοβηθεί ούτε θα πλανευτεί από το σύστημα.
Δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2012.