του Δημήτρη Σταμούλη
Το τελευταίο διάστημα έχουν δοθεί ορισμένες αξιόλογες εργατικές μάχες στο «σκληρό» από συνδικαλιστικής άποψης χώρο του ιδιωτικού τομέα με πολύ θετικά αποτελέσματα για τον κόσμο που μάχεται για τα δικαιώματά του. Η συντριβή των κομμάτων-αρχιερέων της σαρωτικής αντεργατικής πολιτικής των Μνημονίων και η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού έχουν δώσει ώθηση στην εργατική απαιτητικότητα και διάθεση για διεκδικήσεις απέναντι στην εργοδοσία. Ωστόσο, ο εργοδοτικός δεσποτισμός και η ασυδοσία του κεφαλαίου είναι εδώ και δεν πρόκειται να «πληγούν» εάν δεν έρθουν στο προσκήνιο οι εργαζόμενοι και οι δικές τους ανάγκες, οι αγώνες τους και οι διεκδικήσεις τους.
Στην εταιρεία Μιγκάτο, το μεζεδοπωλείο Γκαζοχώρι, την εταιρεία τηλεφωνικής εξυπηρέτησης QCS IKE, αλλά και πριν από λίγο καιρό στην κατασκευαστική εταιρεία Πάνθεον, εργατικά σωματεία, εργατικές συλλογικότητες και πρωτοβουλίες γειτονιών έδωσαν αποφασιστικές μάχες για ορισμένα άμεσα αιτήματα, όπως η επαναπρόσληψη απολυμένων, η καταβολή δεδουλευμένων ή ο σεβασμός σε στοιχειώδη δικαιώματα. Ο τρόπος που δόθηκαν οι αγώνες αυτοί, η μαχητική και άμεση απάντηση στην εργοδοτική τρομοκρατία, ο συχνά «εξωθεσμικός» χαρακτήρας όσων συλλογικοτήτων δρουν, καθώς επίσημα συνδικάτα και γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες ήταν απόντες και το ρόλο του οργανωτή της πάλης και της προώθησης του οριζόντιου συντονισμού ανέλαβαν ταξικά πρωτοβάθμια σωματεία –όπως το Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών–, εργατικές πολιτικοσυνδικαλιστικές συσπειρώσεις –όπως η Λάντζα στον επισιτισμό ή η Ατάκ στο χώρο της επισφαλούς εργασιακής περιπλάνησης–, εργατικές λέσχες και άλλες συλλογικότητες, καθώς και η λογική του «εργατικού εκβιασμού», όπως χαρακτηριστικά εκφράστηκε στην περίπτωση της Μιγκάτο, είναι ορισμένα από τα στοιχεία που χρειάζεται να αναδειχθούν και να αποτιμηθούν από την πλευρά του μαχόμενου ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν ο αγώνας για τη δικαίωση της εγκύου εργαζόμενης, που απολύθηκε από τη Μιγκάτο επειδή τόλμησε να μείνει έγκυος. «Η ταξική αλληλεγγύη νίκησε την εργοδοτική αυθαιρεσία» τονίζει εύστοχα στη σχετική ανακοίνωσή του το Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών, μέλος του οποίου ήταν η απολυμένη. Αυτό που «λύγισε» τη Μιγκάτο ήταν το απρόσμενο, για την εργοδοσία, κύμα συμπαράστασης και αλληλεγγύης που απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα και τελικά την ανάγκασε να υποχωρήσει και να δικαιώσει την εργαζόμενη. Καθοριστικός σταθμός στον αγώνα αυτό ήταν η ανακοίνωση της πανελλαδικής κινητοποίησης σε καταστήματα της εταιρείας, με τη στήριξη και την οργάνωση συλλογικοτήτων σε όλη την Ελλάδα, αφού βέβαια είχαν προηγηθεί πετυχημένες δράσεις τόσο στην έδρα της εταιρείας όσο και σε κεντρικά καταστήματα, όπως της Ερμού. Το κίνημα αλληλεγγύης είχε εστιάσει σε μια συγκεκριμένη ημέρα, οπότε και είχαν προγραμματιστεί πάνω από 25 συγκεντρώσεις και παρεμβάσεις σε καταστήματα της Μιγκάτο στην Αττική και σε όλη την Ελλάδα. Οι υπεύθυνοι της εταιρείας, αντιλαμβανόμενοι ότι οι κινητοποιήσεις θα είχαν και επιτυχία και απήχηση στο αγοραστικό κοινό, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την εξαρτημένη σχέση εργασίας της εργαζομένης (εργαζόταν με το άθλιο καθεστώς του δελτίου παροχής υπηρεσιών) και να καταβάλουν ως αποζημίωση όλους τους μισθούς υπερημερίας για το διάστημα προστασίας λόγω εγκυμοσύνης και λοχείας (18 μήνες).
Το Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών επισήμανε σχετικά τα εξής: «Η δικαίωση της εγκύου συναδέλφου είναι νίκη κάθε εργαζόμενου που αγωνίζεται, που στέκεται με αξιοπρέπεια απέναντι στις απειλές και τον εκφοβισμό των αφεντικών, που διεκδικεί καλύτερους όρους εργασίας, που δεν σκύβει το κεφάλι! Δίνει ακόμα το μήνυμα ότι η κοροϊδία των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και κάθε λογής μεθόδευση κράτους και εργοδοσίας ώστε να μας πείσουν ότι είμαστε “συνεργάτες”, δεν έχουν κανένα αντίκρισμα όταν αντιπαλεύονται με συλλογικούς εργατικούς αγώνες»!
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η νίκη της εργαζόμενης τεχνικού στη Μιγκάτο είναι νίκη της αλληλεγγύης, του συλλογικού αγώνα και όλων των εργαζομένων. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ανακοινώσεις συμπαράστασης εξέδωσαν πάνω από πενήντα σωματεία και συλλογικότητες από χώρους εργασίας όπως των κατασκευών, της εκπαίδευσης, των εργαζομένων στους ΟΤΑ, του εμπορίου, των μέσων ενημέρωσης, της υγείας και του φάρμακου, από αντικαπιταλιστικές κινήσεις πόλης και εργατικές λέσχες, καθώς και από διάφορες πολιτικές συλλογικότητες, με τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να παίζουν πρωτοπόρο ρόλο.
Δεν υπήρξε αναμονή ούτε «διαπραγμάτευση» με την εργοδοσία, ούτε «εκκλήσεις» παρέμβασης από επίσημους κρατικούς φορείς, στη λογική της ανάθεσης. Αυτό που ενέπνευσε τον μαχόμενο κόσμο του κινήματος να εξορμήσει έξω από τα καταστήματα του εργοδότη, αυτό που συσπείρωσε νέες δυνάμεις σε εργατικές συλλογικότητες όπως η Λάντζα ή η Ατάκ στην Ανεργία και την Επισφάλεια ήταν η βούληση για αποφασιστική απάντηση «μέχρι τέλους» στην εργοδοσία, για διάρκεια και κλιμάκωση στον αγώνα, μέχρι την τελική νίκη και δικαίωση των εργατικών αιτημάτων.
Αυτός είναι ο δρόμος για να επανιδρυθεί ο εργατικός συνδικαλισμός στην έρημο του ιδιωτικού τομέα, για να δημιουργηθούν νέα σωματεία στους χώρους της εργασιακής επισφάλειας και του απόλυτου εργατικού κατακερματισμού, εκεί όπου δεν υπάρχουν δικαιώματα.