του Γιώργου Λαουτάρη
Πολιτική κληρονομιά της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που εξελέγη τον Απρίλιο του 1990, το πλαφόν του 3% για να εισέλθει ένα κόμμα στο Κοινοβούλιο, είναι η πεμπτουσία του αντιδημοκρατικού χαρακτήρα του εκλογικού συστήματος. Η τότε κυβέρνηση της Δεξιάς επέλεξε τον τρόπο αυτό (μεταξύ άλλων) προκειμένου να σταθεροποιήσει το κλυδωνιζόμενο πολιτικό σύστημα, ενισχύοντας το δικομματισμό. Από τότε μέχρι σήμερα, το πλαφόν του 3% αξιοποιήθηκε από το κόμματα εξουσίας για να εδραιώσουν την πολιτική τους κυριαρχία, για να καταδικάσουν εν τη γενέσει τους νέα πολιτικά μορφώματα σηκώνοντας ψηλά τον πήχη της κοινοβουλευτικής ανάδειξης και για να διευκολύνουν το σχηματισμό μονοκομματικών κυβερνήσεων πλειοψηφίας, αποτρέποντας τον κατακερματισμό των εδρών. Τον ίδιο δρόμο επιλέγει και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Απλή αναλογική σημαίνει έδρα με 0,34%. Οτιδήποτε άλλο δεν είναι απλή αναλογική.
— adiasistos (@adiasistos) 31 Οκτωβρίου 2013
Το πλαφόν του 3% είναι αντιδημοκρατικό διότι ενισχύει τη λογική της «χαμένης ψήφου». Ωθεί άρρητα τους ψηφοφόρους να επιλέξουν ένα κομματικό σχηματισμό από αυτούς που δημοσκοπικά φαίνεται να επιβιώνουν κοινοβουλευτικά, παραβλέποντας την αυθεντική τους βούληση. Ακόμη χειρότερα, είναι αντιδημοκρατικό επειδή αφήνει χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ένα σημαντικό κομμάτι των ψηφοφόρων οι οποίοι τελικώς επέλεξαν κόμματα που δεν πέρασαν την οροφή. Κλέβει κανονικά τις έδρες που αντιστοιχούν στα εκτός Βουλής κόμματα και τις μοιράζει στους μεγάλους. Οι εκλογές του 2012 ήταν οι πλέον χαρακτηριστικές ως προς αυτό το σημείο. Το άθροισμα των κομμάτων που συγκέντρωσαν ποσοστό κάτω του 3% ανήλθε σε περίπου 20%!
Ο ίδιος ο Συνασπισμός έχει πέσει θύμα του αντιδημοκρατικού αυτού μέτρου, όταν στις εκλογές του 1993 το κόμμα υπό την ηγεσία της Μαρίας Δαμανάκη συγκέντρωσε 2,94%, αποτυγχάνοντας να περάσει το πλαφόν. Ποιος άραγε μπορεί να εξηγήσει επαρκώς, επιστημονικά και πολιτικά, την επιλογή αυτή του ορίου; Κατά καιρούς δημοσιοποιούνται διάφορες ερμηνείες, οι οποίες ασφαλώς και δεν έχουν υιοθετηθεί επίσημα από καμία κυβέρνηση. Εξαίρεση αποτελούν οι τοποθετήσεις του Πάνου Καμμένου, που ευθέως έχει τονίσει ότι το πλαφόν του 3% πρέπει παραμένει για να αποτραπεί η ίδρυση και η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός κόμματος που θα έχει ως «βάση» τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Μετά την τελευταία συνάντηση Τσίπρα και Καμμένου, πριν ανακοινωθούν από τη συγκυβέρνηση των δύο κομμάτων οι τελικές προτάσεις για την αλλαγή του εκλογικού νόμου, ο Πάνος Καμμένος δήλωσε υπαινικτικά και παραπέμποντας προφανώς στις παλιότερες τοποθετήσεις του, ότι το πλαφόν του 3% πρέπει να παραμείνει «για τους γνωστούς λόγους». Η δημοκρατία όμως α λα καρτ δεν είναι δημοκρατία. Σήμερα κηρύσσεται ανεπιθύμητο κοινοβουλευτικά ένα π.χ. μουσουλμανικό κόμμα, αύριο μια άλλη άποψη που μπορεί να σηκώσει το πλαφόν ακόμη ψηλότερα. Στην Τουρκία για παρόμοιους λόγους (τον αποκλεισμό των Κούρδων μεταξύ άλλων) το πλαφόν είναι 10%! Η κατάργηση του πλαφόν είναι θέμα αρχής.